.

.
Πατήστε στην εικόνα για να δείτε το πρόγραμμα

Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Ιωάννα Καρυστιάνη υπέρ Αθηνάς Τσάκαλου: «Αν δεν ερχόμουν, θα αισθανόμουν ένοχη και αξιοθρήνητη»

«Βρίσκομαι  σ’ αυτό το δικαστήριο για λόγους συνειδησιακούς, γιατί αν δεν ερχόμουν θα αισθανόμουν ένοχη και αξιοθρήνητη». Μ’ αυτά τα λόγια ξεκίνησε την κατάθεσή της στο τρομοδικείο του Κορυδαλλού, που δικάζει την υπόθεση για το «σχέδιο Γοργοπόταμος», η γνωστή συγγραφέας Ιωάννα Καρυστιάνη. Η Καρυστιάνη, μαζί με την ηθοποιό (και πρώην βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ) Μαρία Κανελλοπούλου και τις δημοσιογράφους Ευγενία Λουπάκη και Γ. Λιναρδάτου κατέθεσαν ως μάρτυρες υπεράσπισης της Αθηνάς Τσάκαλου. Κατέθεσαν επίσης, η σκηνοθέτις Κωνσταντίνα Βούλγαρη, ο πανεπιστημιακός Κ. Καρτερολιώτης και άλλοι μάρτυρες.

Η Ι. Καρυστιάνη τυπικά κατέθεσε ως μάρτυρας της Αθηνάς Τσάκαλου, όμως επί της ουσίας η κατάθεσή της κάλυψε και τους τρεις κατηγορούμενους που διώκονται απ’ αφορμή τις οικογενειακές και συντροφικές τους σχέσεις με μέλη της ΣΠΦ (δηλαδή και την Εύη Στατήρη και τον Χρήστο Πολύδωρο. Με λόγια σαφή και στοχευμένα προχώρησε σε ένα δριμύ κατηγορώ ενάντια στις εκδικητικές διωκτικές πρακτικές και παρέπεμψε στην ολέθρια εφαρμογή τους κατά τη μαύρη εποχή του ναζισμού στη Γερμανία.


Στο πρόσωπο της Α. Τσάκαλου, είπε η Ι. Καρυστιάνη, είδα μια προσωπικότητα που, εκτός της βαθιάς ματιάς της στην ανθρώπινη περιπέτεια, εκτός της έγνοιας της για τους ταπεινούς αλλά όχι ταπεινωμένους αυτού του κόσμου, ξέρει να συμπαραστέκεται και να βοηθά. «Μου προκαλεί θλίψη αυτή η ήττα του πολιτισμού της ανθρωπιάς» τόνισε. «Η αντιμετώπιση που δέχεται η Α. Τσάκαλου είναι εντελώς άδικη» σχολίασε, ενώ μιλώντας και με όρους της της ιδιότητάς της ως συγγραφέως, θύμισε ότι η τέχνη τοποθετεί ψηλά τις μητέρες που με αυτοθυσία στέκονται και κατανοούν τα παιδιά τους. «Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου είναι να έχει καρδιά», είπε ολοκληρώνοντας την κατάθεσή της μ’ αυτή τη φράση του μεγάλου Τάσου Λειβαδίτη.

Η ηθοποιός Μ. Κανελλοπούλου πήρε τη σκυτάλη και εξακολούθησε με την ίδια ζέση στην υπερασπιστική της κατάθεση. «Δεν μπορώ να κάνω ότι δεν καταλαβαίνω όταν ποινικοποιείται μια σχέση μάνας-παιδιού, αδερφών ή συντρόφων. Κι εγώ θα έκανα ακριβώς το ίδιο γιατί ακριβώς αυτή την ανατροφή μου έδωσε το λαϊκό σπίτι στο οποίο μεγάλωσα» τόνισε.

Οι δημοσιογράφοι Ε. Λουπάκη και Γ. Λιναρδάτου τοποθετήθηκαν κι αυτές ενάντια στη δίωξη της Α. Τσάκαλου, καταδεικνύοντας τον έντονα τιμωρητικό και πλήρως άδικο χαρακτήρα της, ενώ παράλληλα αναγνώρισαν το βαθύ λαϊκό έρεισμα που έχει αυτή της η ενέργεια, που ποτέ δε θα μπορούσε να συμβαδίζει με μία καταδικαστική απόφαση.

Ο Κ. Καρτερολιώτης, καθηγητής Πανεπιστημίου, κατέθεσε για τον Χ. Πολύδωρο. Μίλησε για τη σχέση τους, που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της πρόσφατης απεργίας πείνας των μελών της ΣΠΦ, την αμέριστη αλληλεγγύη που έδειχνε και τη βοήθεια που πρόσφερε τόσο στον αδερφό του Γ. Πολύδωρο όσο και στην Ο. Οικονομίδου. Ως μέλος της οικογένειας της Ο. Οικονομίδου, τόνισε ότι ο ίδιος θεώρησε αυτή τη συμπεριφορά συγκινητική και τον Χ. Πολύδωρο έναν αξιόλογο άνθρωπο και μέλος της οικογένειάς του πλέον. «Οι διώξεις αυτές έχουν άκρως τιμωρητικό χαρακτήρα και θυμίζουν άλλες εποχές» επανέλαβε κι αυτός και έκλεισε μ’ αυτό την κατάθεσή του.

Μαρτύρων συνέχεια και επόμενος που τοποθετήθηκε (για τον Χ. Πολύδωρο) ήταν ο εργοδότης του, Χ. Καδάς. Αναλύοντας τη φύση του επαγγέλματός τους (είναι ιδιοκτήτης εργαστηρίου χρυσοχοΐας και χειρίζεται αντικείμενα μεγάλης αξίας) μίλησε για την πλήρη εμπιστοσύνη που έχει στο πρόσωπό του και για την υποχρέωση που αισθανόταν ως άνθρωπος του κοντινού του περιβάλλοντος να έρθει στο δικαστήριο και να εκφράσει την αντίθεσή του για μια δίωξη που γίνεται καταφανώς λανθασμένα.

«Είναι τιμή μου να υπερασπίζομαι αυτούς τους ανθρώπους», ξεκίνησε την κατάθεσή της η σκηνοθέτις Κωνσταντίνα Βούλγαρη. «Το ότι στάθηκαν στους συγγενείς τους, ο καθένας από τη θέση του, είναι κάτι το αυτονόητο», πρόσθεσε ενώ κατήγγειλε και την καταστροφική τάση να αποκόβονται οι άνθρωποι που βρίσκονται στη φυλακή από τις οικογένειές τους και τους συντρόφους τους.

Τελευταίοι δύο μάρτυρες ήταν ο Δ. Παπαδάτος, επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή, και η Χ. Ρεσίτη, ψυχολόγος, που προσήλθαν να καταθέσουν ως μάρτυρες υπεράσπισης της Ε. Στατήρη. Ο πρώτος, αναφερόμενος σε μια προσωπική του εμπειρία με τις δυνάμεις ασφαλείας, μίλησε για τον «μπακαλίστικο» τρόπο που οι διωκτικές αρχές κάνουν συλλήψεις και υπογράμμισε ιδιαίτερα τη σωστή στάση της Ε. Στατήρη και απέναντι στο σύντροφό της και απέναντι στον εαυτό της. «Τη γνωρίζω από την απεργία πείνας. Ανήκει, όπως λέει και η ίδια, στον αντιεξουσιαστικό χώρο, αλλά την ίδια στιγμή “φωνάζει” ότι δεν είναι στη ΣΠΦ». «Θα μπορούσε να κάνει ότι δεν έχει σχέση με τον Γ. Τσάκαλο, ότι δεν τον ξέρει, όμως η στάση που κράτησε τελικά είναι συκγινητική». Η Χ. Ρεσίτη περιέγραψε απ’ την πλευρά της έναν άνθρωπο που παρά τους επαχθέστατους περιοριστικούς όρους που της έχουν επιβληθεί και την αναγκάζουν να είναι εγκλωβισμένη σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου από το σπίτι της, καταφέρνει να μην παραιτείται, εργάζεται και μελετά πάνω στο αντικείμενο των σπουδών της. «Ξέρει να συμπαρίσταται και μια καταδίκη της θα στερήσει από το κοινωνικό σύνολο έναν αξιόλογο άνθρωπο» κατέληξε.

Με τέτοιες καταθέσεις από προσωπικότητες που κάθε άλλο παρά ως «οπαδοί της τρομοκρατίας» θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, που –προς τιμήν τους- αψήφισαν τη διάχυτη τρομοϋστερία και την απειλή στιγματισμού τους, τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ για τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Υπάρχει ευρύ κοινωνικό έρεισμα, κι αυτό είναι πασιφανές πια. Πώς θα καταφέρουν να αιτιολογήσουν μια καταδικαστική απόφαση; Εδώ πια δεν αρκούν μισόλογα και αοριστίες. Δεν αρκεί ο διακαής πόθος για παραδειγματισμό όσων θα επιχειρήσουν να κάνουν το ίδιο στο μέλλον. Χρειάζεται σαφής και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Και βέβαια, οι δικαστές πρέπει να λογαριάσουν σοβαρά την άποψη του λαού «στο όνομα» του οποίου αποφασίζουν. Βεβαίως, στη νεοελληνική ιστορία έχουμε άπειρα παραδείγματα περί του αντιθέτου. Εμείς περιμένουμε να δούμε αν οι δικαστές με την απόφασή τους θα κατατάξουν συγγραφείς, καθηγητές πανεπιστημίου, ηθοποιούς, ανθρώπους με με θητεία στο ελληνικό κοινοβούλιο στη χορεία των «θιασωτών της τρομοκρατίας».

Το σημειώνουμε γιατί η έδρα δεν μας έδειξε ότι κατανοεί με ποιους συνδιαλέγεται την ώρα της εξέτασης των μαρτύρων υπεράσπισης. Η προεδρεύουσα προσπάθησε ακόμα και κατά την κατάθεση της Ι. Καρυστιάνη να την «περιορίσει στα της κατηγορίας» και να τη ρωτά την άποψή της για τα όσα καταλογίζονται στην Α. Τσάκαλου. Δυστυχώς για την ίδια, οι απαντήσεις που έλαβε ήταν ξεκάθαρες. Αντίστοιχα, ο εισαγγελέας προσπάθησε να βγάλει «λαβράκι» από μια λέξη που χρησιμοποίησε ο Κ. Καρτερολιώτης μιλώντας για την ανιψιά του Ο. Οικονομίδου (τη λέξη «έμπλεξε»). Εισέπραξε ομοίως τη σαφή απάντηση του μάρτυρα μετά και τις ερωτήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης.

Πάνω σ’ αυτό μίλησε και η ίδια η Ολγα. Οικονομίδου, δηλώνοντας στο δικαστήριο ότι είναι περήφανη που είναι αναρχική και μέλος της ΣΠΦ και προσθέτοντας ότι ο τρόπος που βιώνει τα γεγονότα το οικογενειακό της περιβάλλον είναι άλλης τάξης ζήτημα.

Τη δική τους οπτική κατέθεσαν και οι μάρτυρες του Χ. Ροδόπουλου. Οι στενοί συγγενείς και φίλοι του που ήρθαν στο δικαστήριο τόνισαν τον ήπιο χαρακτήρα του. Περιέγραψαν έναν άνθρωπο που η δίωξή του του έχει στοιχίσει την επαφή με το παιδί του, με το οποίο είναι πολύ δεμένος, και που ο εγκλεισμός του τον οδηγεί σε φυσική και διανοητική εξόντωση. Τόσο οι γονείς του όσο και η μητέρα του παιδιού του υπογράμμισαν το πόσο τον έχει επηρεάσει όλη αυτή η κατάσταση, ενώ τόνισαν ότι δε θα μπορούσε να ασχολείται με τα όσα του προσάπτουν, μιας και δε διέθετε χρόνο, λόγω της εργασίας του και της έντονης ενασχόλησής του με το παιδί του.

Και σ’ αυτή την περίπτωση, η έδρα προσπαθούσε, στήνοντας άθλιες παγίδες στους μάρτυρες και κάνοντας ερωτήσεις που στόχευαν στην έμμεση επιβεβαίωση κατηγοριών, να βγάλει έστω και κάτι μικρό, κάτι ελάχιστο που θα τη βοηθήσει να αποφασίσει ενοχή. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του εισαγγελέα Ι. Κούτρα που με πράο ύφος ρωτούσε τους γονείς του κατηγορουμένου αν το παιδί τους έχει κλίση στα θετικά ή στα θεωρητικά μαθήματα, αν «πιάνουν» τα χέρια του και άλλα παρόμοια. Μέχρι και το κλασικό ασφαλίτικο τρικ χρησιμοποίησε: «Αφού είναι αθώος, όπως ισχυρίζεται, γιατί δεν καταθέτει στις αρχές; Γιατί δεν “φωνάζει” την αθωότητά του;». Και αυτές οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες, καθώς έγιναν γρήγορα αντιληπτές και απαντήθηκαν από τους μάρτυρες κατά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης, ενώ έγινε και η αναγκαία υπενθύμιση ότι ο Χ. Ροδόπουλος και έχει αρνηθεί τις κατηγορίες και έχει στείλει επιστολή στις αρμόδιες αρχές. Δηλαδή τι άλλο έπρεπε να κάνει;

Τελευταίοι κατέθεσαν οι μάρτυρες υπεράσπισης του Μ. Μουραγιάν και του Μ. Μπουγιάρ. Ολοι άνθρωποι του στενού τους περιβάλλοντος, περιέγραψαν την καθημερινότητά τους και δήλωσαν ότι κανένας τους δε γνώριζε τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενους.

Στην αίθουσα του τρομοδικείου βρέθηκαν για ακόμα μια φορά άνθρωποι που κατέθεσαν για την εκδικητικότητα των διωκτικών μηχανισμών, φαινόμενο καθόλου σημερινό, αλλά με μεγάλη ιστορία στο πολιτικό και αστυνομικο-δικαστικό γίγνεσθαι των αστικών κρατών. Ανθρωποι που μίλησαν για τη βαρβαρότητα και την πολιτική της εξόντωσης διωκόμενων και κρατούμενων. Ανθρωποι που έβαλαν τη σωστή διάσταση των γεγονότων απέναντι στην αδηφάγα λογική των ΜΜΕ. Αραγε η έδρα θα συνεχίσει να κλείνει τ’ αυτιά της σε τέτοιες ηχηρές καταθέσεις; Θα παραμείνει άλλη μια σύνθεση που θα βάλει πλάτη στην πολιτική βάρβαρων καταδικών και εξοντωτικών αποφάσεων; Εμείς, πάντως, κρατάμε πολύ μικρό καλάθι.

Η δίκη θα συνεχιστεί την Τετάρτη 15 Ιούνη με την κατάθεση και των υπόλοιπων μαρτύρων υπεράσπισης.

πηγή: eksegersi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου