Πηγή: Μαρινίκη Αλεβιζοπούλου, Αυγουστίνος Ζενάκος – “Unfollow”
Αναδημοσίευση από το vathikokkino.gr
Ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει από τη θέση που βρίσκεται τώρα, της βαθιάς πολιτικής κρίσης, να εξοκείλει στην ολοκληρωτική ανυποληψία – όχι μόνο λόγω της ανακολουθίας της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά κυρίως για τον τρόπο-υπεράσπισής της. Αν η αποδοχή και η εφαρμογή του μνημονίου είναι καθαυτή μια αξιοκατάκριτη αλλά πάντως πολιτική στρατηγική στροφή, οι μέθοδοι με τις οποίες γίνεται προσπάθεια να εμφανιστεί η στροφή αυτή ως υπερασπίσιμη αποκαλύπτουν έναν αναδυόμενο κόσμο απολιτικής χαμέρπειας και κατακίτρινης βαναυσότητας.
Δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα που να μπορεί να υποστηρίξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει μεταλλαχθεί. Αν η μετάλλαξη είναι «καλή» ή «κακή», προς όφελος ή προς ζημία της κοινωνίας, είναι ενδεχομένως ζήτημα πολιτικών απόψεων, πάντως έχει συντελεστεί: τίποτε δεν θυμίζει αυτήν τη στιγμή το κόμμα που κατακεραύνωνε τα μνημόνια και τη λιτότητα, που αντιδρούσε σθεναρά σε κάθε νομοθέτημα που οι προηγούμενες κυβερνήσεις έφερναν προς ψήφιση, που αποδομούσε το θέσφατο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που θα ακύρωνε κάθε ιδιωτικοποίηση -ξεπούλημα, έλεγε- της δημόσιας περιουσίας, που εξάγγελλε λογιστικό έλεγχο του χρέους, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του και ρήτρα ανάπτυξης για το υπόλοιπο, που παιάνιζε την οργή των «Αγανακτισμένων», που συμπαραστεκόταν στο κίνημα των Σκουριών, που μιλούσε για «αποικιοκρατία» κι έλεγε στην κυρία Μέρκελ να γυρίσει πίσω. Ακόμη περισσότερο, τίποτε δεν θυμίζει πως αυτό το κόμμα κάποτε είχε στο κέντρο της αντίληψής του ότι «το ευρώ δεν είναι φετίχ», πως δηλαδή έστω κι αν η πρώτη επιλογή του ήταν η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, κάτι τέτοιο δεν θα γινόταν ανεξαρτήτως κοινωνικού κόστους, διότι προτεραιότητα δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ένα νόμισμα, αλλά οι συγκεκριμένες ασκούμενες πολιτικές και ο κοινωνικός αντίκτυπος τους.
Για τη μετάλλαξη αυτή υπήρξαν προειδοποιήσεις, στάδια και κλιμάκωση – που τα έχουμε αφηγηθεί από τις σελίδες τούτου του περιοδικού. Ίσως λοιπόν, τουλάχιστον για κάποιους παρατηρητές, οι εξελίξεις του τελευταίου μήνα να μην ήταν ολωσδιόλου απροσδόκητες. Δεν παύει, ωστόσο, να είναι συγκλονιστικός ο τρόπος με τον οποίο ένα κόμμα, που πολιτεύτηκε με τέτοια προτάγματα και με τέτοιο δημόσιο λόγο, έρχεται να πει λίγους μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης πως «εκβιάστηκε» και πως τελικά η έκκλησή του για σεβασμό της δημοκρατίας δεν έγινε αποδεκτή από τους «εταίρους» μας. Δεν παύει να είναι συγκλονιστικός και ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση της «πρώτης-φοράς-Αριστερά» δηλώνει πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από το να αποδεχτεί, να επιβάλει στο κοινοβούλιο με άκρως αντιδημοκρατική διαδικασία και να εφαρμόσει το σκληρότερο μνημόνιο που έχουμε δει ως τώρα.
Δεν παύει να είναι συγκλονιστικός ο τρόπος με τον οποίο η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ οικοδομεί το απαράδεκτο επιχείρημα ότι της οφείλεται «στήριξη» προκειμένου να μην ευοδωθεί το «πραξικόπημα» που απειλούσε να την εκθρονίσει αν δεν δεχόταν το μνημόνιο – το οποίο, όμως, δέχτηκε και συνεπώς η στήριξη που ζητά κατά του πραξικοπήματος σημαίνει στήριξη του μνημονίου που η ίδια δεν θέλει αλλά πρέπει να εφαρμόσει για να μη δικαιωθούν οι πραξικοπηματίες που το ήθελαν!
Άσχετα με τις προθέσεις και τις επιδιώξεις, που σίγουρα δεν ήταν ίδιες για κάθε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, η μετάλλαξη αυτή έχει επιπτώσεις πέρα ως πέρα αντικειμενικές: η αφήγηση της απουσίας εναλλακτικής παγιώνεται σε όλο το φάσμα σχεδόν του πολιτικού συστήματος· οι αγώνες της μνημονιακής πενταετίας νοηματοδοτούνται ως αδιέξοδες διαμαρτυρίες απέναντι στο ανυπέρβλητο· το μνημονιακό πολιτικό κεφάλαιο ανανεώνεται από το μοναδικό απόθεμα που είχε απομείνει στη χώρα, αυτό του ΣΥΡΙΖΑ· και η μνημονιακή νομοθεσία ψηφίζεται από τα χέρια όσων έχουν καταγραφεί ως «έντιμοι» και «άφθαρτοι», διεμβολίζοντας έτσι τη συμβολική σύνδεση μνημονίου και διαπλοκής – αυτό, άλλωστε, προβάλλεται και ως το ύστατο επιχείρημα στήριξης της κυβέρνησης, πως μπορεί να έφερε μνημόνιο αλλά τουλάχιστον θα το εφαρμόσει καταπολεμώντας τη διαφθορά. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως στον ΣΥΡΙΖΑ η μεταδημοκρατική ΕΕ αντικειμενικά βρίσκει τον ιδανικό, και τον απρόθυμο, πολιτικό σύμμαχο του νεοφιλελεύθερου προγράμματος.
Είναι φανερό πως μπροστά σε μια τέτοια συνθήκη, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που ψήφισαν «όχι» στα προαπαιτούμενα της νέας συμφωνίας έπραξαν το στοιχειωδώς συνεπές. Όποια κι αν είναι η συγκεκριμένη κριτική που μπορεί να ασκηθεί στον καθένα, και ιδιαίτερα στα προβεβλημένα στελέχη, δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί με το γεγονός ότι έχουν δίκιο. Κι εδώ είναι που η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τη διεύθυνση της ηγετικής ομάδας και του πρωθυπουργού, αποκτά ένα ακόμη πιο σκοτεινό πρόσωπο: αν η αποδοχή και η εφαρμογή του μνημονίου είναι καθαυτή μια αξιοκατάκριτη αλλά πάντως πολιτική στρατηγική στροφή, οι μέθοδοι με τις οποίες γίνεται προσπάθεια να εμφανιστεί η στροφή αυτή ως υπερασπίσιμη αποκαλύπτουν έναν αναδυόμενο κόσμο απολιτικής χαμέρπειας και κατακίτρινης βαναυσότητας.
Οι επιθέσεις εναντίον των διαφωνούντων βουλευτών από τα συστημικά ΜΜΕ είναι μνημεία ρυπαρότητας, σε βαθμό που να δικαιούται κανείς να μιλήσει για έναν νέο αυριανισμό, απλωμένο σχεδόν στο σύνολο των ΜΜΕ της χώρας. Σ’ αυτές συγκαταλέγονται οι προσπάθειες να παρουσιαστούν η Πρόεδρος της Βουλής ως νεοναζί, ο επικεφαλής της Αριστερής Πλατφόρμας ως μπουκαδόρος, ο πρώην υπουργός Οικονομικών ως χάκερ προσωπικών δεδομένων και η πρώην υπουργός Οικονομίας ως κοινή απατεώνισα.
Τη Ζωή Κωνσταντοπούλου την κατηγορούν για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά, περιφέρονται σε κανάλια, εφημερίδες, ραδιόφωνα και κοινωνικά δίκτυα σκορπώντας μομφές εναντίον της περί δήθεν προσβολής της κοινοβουλευτικής τάξης και της ίδιας της δημοκρατίας. Το δε παρατσούκλι «Μακάρθαινα» δίνει και παίρνει στους λογαριασμούς των κοινωνικών δικτύων των εραστών τουΑκραίου Κέντρου. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ωστόσο, μοιάζει να είναι από τους ελάχιστους -αν όχι η μόνη- που υπερασπίζεται ακριβώς αυτό για το οποίο δήθεν κόπτονται οι πολέμιοί της: την ελεύθερη και δημοκρατική λειτουργία του κοινοβουλίου. «Κανένα κοινοβούλιο δεν μπορεί να νομοθετεί υπό τέτοιες ασφυκτικές προθεσμίες. Είναι υποχρέωση της Βουλής και των θεσμικών εγγυητών της να μην επιτρέψουμε ο εκβιασμός που γίνεται στην κυβέρνηση να ολοκληρωθεί.
Οφείλουμε όλοι μας, συγκροτημένα, να ζητήσουμε από τους λεγάμενους εταίρους να εφαρμόσουν τις υποχρεώσεις τους, που είναι ο σεβασμός στη δημοκρατία και την κοινοβουλευτική διαδικασία» υποστήριζε μάταια στην ομιλία της στην κοινή συνεδρίαση των τεσσάρων επιτροπών της βουλής, λίγο πριν την ψήφιση του δεύτερου πακέτου προαπαιτουμένων.
Ο «δραχμολάγνος», ο «μπουκαδόρος», το «πραξικόπημα της κάλπικης λίρας», το «μεγάλο ριφιφί». Τι δεν ακούστηκε και τι δεν γράφτηκε αυτές τις μέρες για τον «τρελό» με τον οποίο έμπλεξε ο πρωθυπουργός, όπως διαρρέεται -και πάντως δεν διαψεύδεται- ότι δήλωσε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας ακούγοντας το περιβόητο εναλλακτικό σχέδιο Λαφαζάνη. Δεν ήταν όμως ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας αυτός που δήλωνε στην ΕΡΤ το καλοκαίρι του Ί2 ότι τον εκφράζει απόλυτα η δήλωση του Παναγιώτη Λαφαζάνη ότι «το νόμισμα δεν είναι φετίχ»; Ότι τα μνημόνια είναι αυτά που μας οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια έξω από την Ευρώπη και μας πηγαίνουν προς την Αφρική, καθώς «μια χώρα με 1,5 εκατομμύριο ανέργους, μισθούς των 300 ευρώ, κατεστραμμένα σχολεία και νοσοκομεία, παιδιά να πεινάνε στον δρόμο, δεν θα είναι χαρούμενη επειδή θα έχει ευρώ»; Ότι η προϋπόθεση για να μείνει κανείς στο ευρώ είναι οι λελογισμένες θυσίες του λαού και όχι η αφαίμαξή του; Ή μήπως το τρίτο μνημόνιο που έφερε η κυβέρνηση μοιάζει ξαφνικά στον κ. Τσίπρα ότι εξασφαλίζει «ευρωπαϊκούς» όρους ζωής για τους κατοίκους της χώρας του;
Υποκλοπές και χάκινγκ, μάθαμε από την εφημερίδα Καθημερινή ότι προέβλεπε το «Plan Β» του Γ. Βαρουφάκη. Θα υπέκλεπτε, λέει, τους ΑΦΜ των “Ελλήνων πολιτών, χακάροντας την ιστοσελίδα του taxisnet. Οι αποκαλύψεις αυτές, όπως υποστηρίζει η εφημερίδα, έγιναν από τον ίδιο σε «conference call» (!) με επενδυτές και στελέχη διεθνών hedge funds. Βέβαια, ουδείς στάθηκε στο τι θα έκανε ο πρώην υπουργός τους ΑΦΜ που θα «υπέκλεπτε». Ποιο ήταν το πραγματικό σχέδιο και σε ποια περίπτωση θα έμπαινε σε εφαρμογή. Κι αυτό που επίσης μοιάζει αλήθεια, είναι πως, όσες εκκεντρικότατες κι αν μπορεί κανείς να καταλογίσει στον πρώην υπουργό, τη δουλειά του έκανε. Διερευνούσε δηλαδή εναλλακτικό σχέδιο σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας εννοούσαν αυτά που έλεγαν προεκλογικά. Ότι δηλαδή δεν θα επιτρέψουν στην Ευρώπη να εκβιάζει άλλο τη χώρα και τους πολίτες της, συνεχίζοντας την επιβολή της άγριας λιτότητας των μνημονίων.
Ο βουλευτής Ηρακλείου της ΝΔ Λευτέρης Αυγενάκης, σε ρόλο λαγού, κάνει την αρχή εντός κοινοβουλίου ρωτώντας αν αληθεύουν οι πληροφορίες ότι προβεβλημένος υπουργός αποδέσμευσε προθεσμιακές καταθέσεις πριν κλείσουν οι τράπεζες. Τη σκυτάλη παίρνουν τα πάντα πρόθυμα ΜΜΕ, που εντοπίζουν το «σκάνδαλο» στο πρόσωπο της πρώην υπουργού Νάντιας Βαλαβάνη και από εκείνη την ώρα δεν σταματούν οι δημοσιεύσεις. Οι διαψεύσεις της δεν έχουν καμία σημασία. Τι κι αν εξηγεί ότι ο λογαριασμός δεν ανήκει στην ίδια αλλά στη μητέρα της, ότι δεν τον διαχειρίζεται η ίδια, ότι το ποσό δεν είναι 200 χιλιάδες αλλά 100 χιλιάδες ευρώ, ότι η ανάληψη δεν έγινε μία εβδομάδα πριν την επιβολή των capital controls αλλά δύο εβδομάδες νωρίτερα, τι κι αν ζητάει άρση του τηλεφωνικού της απορρήτου για να επαληθεύσει τον ισχυρισμό της ότι δεν μίλησε με τη μητέρα της με σκοπό να την ενημερώσει για τον επαπειλούμενο έλεγχο κεφαλαίων, καθώς ούτε η ίδια το γνώριζε τη στιγμή που έγινε η ανάληψη. Οι πάντα πρόθυμοι δημοσιογράφοι θα φτάσουν στο σημείο να δημοσιεύσουν μέχρι και φωτογραφία της με τη μητέρα της για να αποδείξουν ότι λίγες μέρες νωρίτερα είχαν βρεθεί και την είχε ενημερώσει. Το ότι η φωτογραφία ήταν από εκδήλωση του 2012, η ίδια φορούσε τιρκουάζ μπλούζα, ενώ ακόμα δεν έχει βγάλει τα μαύρα από το θάνατο του άντρα της -τον οποίο σημειωτέον είχαν αφαιρέσει από τη φωτογραφία-, είναι ένα απλό αστόχημα βολής στον κατά ριπάς πυροβολισμό εναντίον της.
Πάνω από τα προβεβλημένα στελέχη, προβάλλει το καθολικό σχήμα: όποιος διαφωνεί, είναι φαιδρός, υπερεπαναστάτης, ουτοπιστής, γκρουπούσκουλο, συνωμότης, επικίνδυνος για τη δημοκρατία και υπηρετεί «το σχέδιο του Σόιμπλε»· όποιος συμφωνεί είναι απλώς ρεαλιστής.
Θα ρωτήσει κανείς: αυτή την εκστρατεία λάσπης, όμως, την εξαπολύουν τα συστημικά ΜΜΕ – γιατί να τη χρεωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Η απάντηση είναι αποκαρδιωτική: όχι μόνο η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έχει εγκαταλείψει ολοκληρωτικά τα στελέχη του και δεν τα υπερασπίζεται απέναντι στις χυδαίες επιθέσεις που δέχονται, αλλά έχει ήδη η ίδια υπολογίσιμη ιστορία συνομιλίας με τέτοιες τακτικές.
Το σχήμα «από τη μία οι ρεαλιστές, από την άλλη τα γκρουπούσκουλα» δεν εμφανίστηκε ξαφνικά τώρα, εν μέσω της οξείας αντιπαράθεσης για το νέο μνημόνιο. Χρονολογείται ήδη από πριν τις ευρωεκλογές του 2014, όταν άρχισε να συγκροτείται ένα δίκτυο ιστολογιών κι ενημερωτικών ιστοσελίδων, αμφιβόλου κύρους, που αναπαρήγαγαν συνεχώς τη θέση πως όποιος δεν συμφωνεί με τις επιλογές του Αλέξη Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας για «διεύρυνση προς την κεντροαριστερά» και «πατριωτική στροφή» και την επικοινωνιακή στρατηγική του Νίκου Παππά, είναι «γκρουπούσκουλο» και θέλει να γυρίσει τον ΣΥΡΙΖΑ στο «4%».Ήδη από τότε είχε αρχίσει η πρακτική των διαρροών από το συριζαϊκό ηγετικό περιβάλλον προς διάφορα ΜΜΕ που στοχοποιούσαν στελέχη.
Τώρα, λοιπόν, που η ανάγκη κατέστη επιτακτική, το σχήμα είναι έτοιμο και ο ΣΥΡΙΖΑ το έχει από καιρό προετοιμάσει. Τόσο έτοιμο, ώστε πλέον ούτε μόνο οι περί τον ΣΥΡΙΖΑ ανώνυμες ιστοσελίδες, ούτε μόνο τα συστημικά ΜΜΕ να το αναπαράγουν, αλλά να έχει έρθει ο καιρός για μια διατύπωση που διαρρέεται στο όνομα του πρωθυπουργού και ταυτίζεται πλήρως με την εκστρατεία λάσπης: ««Αν κάποιοι πιστεύουν ότι το εναλλακτικό αριστερό σχέδιο είναι το Σχέδιο Σόιμπλε, η αρπαγή του στοκ των χαρτονομισμάτων της ΕΚΤ ή το να δίνουμε στους συνταξιούχους χαρτάκια IOU αντί για συντάξεις, ας βγουν να το εξηγήσουν στον ελληνικό λαό. Και να μη κρύβονται πίσω από την ασφάλεια της δικής μου υπογραφής». Τόσο έτοιμο, ώστε το κόμμα που κήρυξε εμπάργκο στην εκπομπή του Γ. Πρετεντέρη για το άρθρο με τίτλο «Ζωή Κασιδιάρη», τώρα να έχει τον κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο Νίκο Φίλη να δηλώνει πως η Ζωή Κωνσταντοπουλου, αντιτιθέμενη στο νέο μνημόνιο, «συμπλέει για πολλοστή φορά με τη Χρυσή Αυγή». Τόσο έτοιμο, ώστε αυτοί που κάποτε δήλωναν πως «το ευρώ δεν είναι φετίχ», τώρα να έχουν τον υπουργό τους Δημήτρη Μάρδα να παραδέχεται ότι το «σχέδιο Βαρουφάκη στην πράξη έχει προβλήματα νομιμότητας» και να γράφει στα κοινωνικά δίκτυα ότι «Ζωή, Λαφαζάνης και οι πέριξ αυτών» είναι «χαμένοι στο διάστημα».
Απέναντι σε όλα αυτά, οι περίφημες «τάσεις» του κόμματος δυσαρεστούνται, απ’ ό,τι φαίνεται, αλλά επιμένουν στην τήρηση ισορροπιών (με κάποιες, ελάσσονες εξαιρέσεις). Οι περίφημοι «53+», που έχουν κατά καιρούς ασκήσει κριτική για τις αυθαιρεσίες της ηγετικής ομάδας και της κυβέρνησης, είδαν τους βουλευτές που πρόσκεινται σ’ αυτούς να ψηφίζουν «ναι», αλλά κάποια στελέχη τους να αποχωρούν από θέσεις στο Μαξίμου, και κατά τα άλλα επιδίδονται στη συνηθισμένη τους πρακτική: γράφουν κείμενα «θέσεων» για την Αριστερά, έστω κι αν τώρα τα περισσότερα από αυτά περιλαμβάνουν και τη νέα θεματική του θρήνου για την «ήττα» και τη «διάψευση», κάνουν έκκληση για «ενότητα», καταδικάζοντας τις χυδαίες επιθέσεις από όπου κι αν προέρχονται και εξαίροντας την αξία του «ήθους», και περιμένουν να συνεδριάσουν τα όργανα του κόμματος. Η Αριστερή Πλατφόρμα, παρά τα πλήγματα που διαρκώς δέχεται από την πολεμική των συστημικών ΜΜΕ και τις διαρροές και τις δηλώσεις του κυβερνητικού στρατοπέδου, προτάσσει κι αυτή την «ενότητα» και περιμένει επίσης τη σύγκληση των οργάνων, όπου, υποθέτουμε, περιμένει ότι θα λυθεί η παρεξήγηση με την ηγετική ομάδα και θα γίνει κατανοητό το γιατί το «εναλλακτικό σχέδιο» δεν είναι «ριφιφί». Οι υπόλοιποι βυθίζονται στη μελαγχολία, με το μοιρολόι να διασπάται πότε πότε από απίθανες περιπτώσεις που αίφνης προσγειώνονται στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης, σαν την κυρία Αυλωνίτου που θέλησε να συνεισφέρει λέγοντας πως ο Γ. Βαρουφάκης είναι «η Βουγιουκλάκη της πολιτικής».
Όποια κι αν είναι η εξέλιξη από δω και πέρα, δύο διαπιστώσεις είναι, καταπώς φαίνεται, αναπόφευκτες: Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει από τη θέση που βρίσκεται τώρα, της βαθιάς πολιτικής κρίσης, να εξοκείλει στην ολοκληρωτική ανυποληψία – όχι μόνο λόγω της ανακολουθίας της κυβερνητικής πολιτικής αλλά κυρίως για τον τρόπο υπεράσπισής της. Δεύτερον, όπως κι αν τελικά διαμορφωθούν οι εσωκομματικές του ισορροπίες, ο χώρος για μια επιθετική ριζοσπαστική Αριστερά στο κενό που αφήνει ο κυβερνητικός, πλέον, ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει. Το αν και πώς τελικά αυτή θα περιλάβει όσους στον ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να αντιστέκονται θα αποτελέσει μια καινούργια πρόκληση.
Αναδημοσίευση από το vathikokkino.gr
Ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει από τη θέση που βρίσκεται τώρα, της βαθιάς πολιτικής κρίσης, να εξοκείλει στην ολοκληρωτική ανυποληψία – όχι μόνο λόγω της ανακολουθίας της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά κυρίως για τον τρόπο-υπεράσπισής της. Αν η αποδοχή και η εφαρμογή του μνημονίου είναι καθαυτή μια αξιοκατάκριτη αλλά πάντως πολιτική στρατηγική στροφή, οι μέθοδοι με τις οποίες γίνεται προσπάθεια να εμφανιστεί η στροφή αυτή ως υπερασπίσιμη αποκαλύπτουν έναν αναδυόμενο κόσμο απολιτικής χαμέρπειας και κατακίτρινης βαναυσότητας.
Δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα που να μπορεί να υποστηρίξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει μεταλλαχθεί. Αν η μετάλλαξη είναι «καλή» ή «κακή», προς όφελος ή προς ζημία της κοινωνίας, είναι ενδεχομένως ζήτημα πολιτικών απόψεων, πάντως έχει συντελεστεί: τίποτε δεν θυμίζει αυτήν τη στιγμή το κόμμα που κατακεραύνωνε τα μνημόνια και τη λιτότητα, που αντιδρούσε σθεναρά σε κάθε νομοθέτημα που οι προηγούμενες κυβερνήσεις έφερναν προς ψήφιση, που αποδομούσε το θέσφατο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που θα ακύρωνε κάθε ιδιωτικοποίηση -ξεπούλημα, έλεγε- της δημόσιας περιουσίας, που εξάγγελλε λογιστικό έλεγχο του χρέους, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του και ρήτρα ανάπτυξης για το υπόλοιπο, που παιάνιζε την οργή των «Αγανακτισμένων», που συμπαραστεκόταν στο κίνημα των Σκουριών, που μιλούσε για «αποικιοκρατία» κι έλεγε στην κυρία Μέρκελ να γυρίσει πίσω. Ακόμη περισσότερο, τίποτε δεν θυμίζει πως αυτό το κόμμα κάποτε είχε στο κέντρο της αντίληψής του ότι «το ευρώ δεν είναι φετίχ», πως δηλαδή έστω κι αν η πρώτη επιλογή του ήταν η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, κάτι τέτοιο δεν θα γινόταν ανεξαρτήτως κοινωνικού κόστους, διότι προτεραιότητα δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ένα νόμισμα, αλλά οι συγκεκριμένες ασκούμενες πολιτικές και ο κοινωνικός αντίκτυπος τους.
Για τη μετάλλαξη αυτή υπήρξαν προειδοποιήσεις, στάδια και κλιμάκωση – που τα έχουμε αφηγηθεί από τις σελίδες τούτου του περιοδικού. Ίσως λοιπόν, τουλάχιστον για κάποιους παρατηρητές, οι εξελίξεις του τελευταίου μήνα να μην ήταν ολωσδιόλου απροσδόκητες. Δεν παύει, ωστόσο, να είναι συγκλονιστικός ο τρόπος με τον οποίο ένα κόμμα, που πολιτεύτηκε με τέτοια προτάγματα και με τέτοιο δημόσιο λόγο, έρχεται να πει λίγους μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης πως «εκβιάστηκε» και πως τελικά η έκκλησή του για σεβασμό της δημοκρατίας δεν έγινε αποδεκτή από τους «εταίρους» μας. Δεν παύει να είναι συγκλονιστικός και ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση της «πρώτης-φοράς-Αριστερά» δηλώνει πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από το να αποδεχτεί, να επιβάλει στο κοινοβούλιο με άκρως αντιδημοκρατική διαδικασία και να εφαρμόσει το σκληρότερο μνημόνιο που έχουμε δει ως τώρα.
Δεν παύει να είναι συγκλονιστικός ο τρόπος με τον οποίο η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ οικοδομεί το απαράδεκτο επιχείρημα ότι της οφείλεται «στήριξη» προκειμένου να μην ευοδωθεί το «πραξικόπημα» που απειλούσε να την εκθρονίσει αν δεν δεχόταν το μνημόνιο – το οποίο, όμως, δέχτηκε και συνεπώς η στήριξη που ζητά κατά του πραξικοπήματος σημαίνει στήριξη του μνημονίου που η ίδια δεν θέλει αλλά πρέπει να εφαρμόσει για να μη δικαιωθούν οι πραξικοπηματίες που το ήθελαν!
Άσχετα με τις προθέσεις και τις επιδιώξεις, που σίγουρα δεν ήταν ίδιες για κάθε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, η μετάλλαξη αυτή έχει επιπτώσεις πέρα ως πέρα αντικειμενικές: η αφήγηση της απουσίας εναλλακτικής παγιώνεται σε όλο το φάσμα σχεδόν του πολιτικού συστήματος· οι αγώνες της μνημονιακής πενταετίας νοηματοδοτούνται ως αδιέξοδες διαμαρτυρίες απέναντι στο ανυπέρβλητο· το μνημονιακό πολιτικό κεφάλαιο ανανεώνεται από το μοναδικό απόθεμα που είχε απομείνει στη χώρα, αυτό του ΣΥΡΙΖΑ· και η μνημονιακή νομοθεσία ψηφίζεται από τα χέρια όσων έχουν καταγραφεί ως «έντιμοι» και «άφθαρτοι», διεμβολίζοντας έτσι τη συμβολική σύνδεση μνημονίου και διαπλοκής – αυτό, άλλωστε, προβάλλεται και ως το ύστατο επιχείρημα στήριξης της κυβέρνησης, πως μπορεί να έφερε μνημόνιο αλλά τουλάχιστον θα το εφαρμόσει καταπολεμώντας τη διαφθορά. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως στον ΣΥΡΙΖΑ η μεταδημοκρατική ΕΕ αντικειμενικά βρίσκει τον ιδανικό, και τον απρόθυμο, πολιτικό σύμμαχο του νεοφιλελεύθερου προγράμματος.
Είναι φανερό πως μπροστά σε μια τέτοια συνθήκη, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που ψήφισαν «όχι» στα προαπαιτούμενα της νέας συμφωνίας έπραξαν το στοιχειωδώς συνεπές. Όποια κι αν είναι η συγκεκριμένη κριτική που μπορεί να ασκηθεί στον καθένα, και ιδιαίτερα στα προβεβλημένα στελέχη, δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί με το γεγονός ότι έχουν δίκιο. Κι εδώ είναι που η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τη διεύθυνση της ηγετικής ομάδας και του πρωθυπουργού, αποκτά ένα ακόμη πιο σκοτεινό πρόσωπο: αν η αποδοχή και η εφαρμογή του μνημονίου είναι καθαυτή μια αξιοκατάκριτη αλλά πάντως πολιτική στρατηγική στροφή, οι μέθοδοι με τις οποίες γίνεται προσπάθεια να εμφανιστεί η στροφή αυτή ως υπερασπίσιμη αποκαλύπτουν έναν αναδυόμενο κόσμο απολιτικής χαμέρπειας και κατακίτρινης βαναυσότητας.
Οι επιθέσεις εναντίον των διαφωνούντων βουλευτών από τα συστημικά ΜΜΕ είναι μνημεία ρυπαρότητας, σε βαθμό που να δικαιούται κανείς να μιλήσει για έναν νέο αυριανισμό, απλωμένο σχεδόν στο σύνολο των ΜΜΕ της χώρας. Σ’ αυτές συγκαταλέγονται οι προσπάθειες να παρουσιαστούν η Πρόεδρος της Βουλής ως νεοναζί, ο επικεφαλής της Αριστερής Πλατφόρμας ως μπουκαδόρος, ο πρώην υπουργός Οικονομικών ως χάκερ προσωπικών δεδομένων και η πρώην υπουργός Οικονομίας ως κοινή απατεώνισα.
Τη Ζωή Κωνσταντοπούλου την κατηγορούν για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά, περιφέρονται σε κανάλια, εφημερίδες, ραδιόφωνα και κοινωνικά δίκτυα σκορπώντας μομφές εναντίον της περί δήθεν προσβολής της κοινοβουλευτικής τάξης και της ίδιας της δημοκρατίας. Το δε παρατσούκλι «Μακάρθαινα» δίνει και παίρνει στους λογαριασμούς των κοινωνικών δικτύων των εραστών τουΑκραίου Κέντρου. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ωστόσο, μοιάζει να είναι από τους ελάχιστους -αν όχι η μόνη- που υπερασπίζεται ακριβώς αυτό για το οποίο δήθεν κόπτονται οι πολέμιοί της: την ελεύθερη και δημοκρατική λειτουργία του κοινοβουλίου. «Κανένα κοινοβούλιο δεν μπορεί να νομοθετεί υπό τέτοιες ασφυκτικές προθεσμίες. Είναι υποχρέωση της Βουλής και των θεσμικών εγγυητών της να μην επιτρέψουμε ο εκβιασμός που γίνεται στην κυβέρνηση να ολοκληρωθεί.
Οφείλουμε όλοι μας, συγκροτημένα, να ζητήσουμε από τους λεγάμενους εταίρους να εφαρμόσουν τις υποχρεώσεις τους, που είναι ο σεβασμός στη δημοκρατία και την κοινοβουλευτική διαδικασία» υποστήριζε μάταια στην ομιλία της στην κοινή συνεδρίαση των τεσσάρων επιτροπών της βουλής, λίγο πριν την ψήφιση του δεύτερου πακέτου προαπαιτουμένων.
Ο «δραχμολάγνος», ο «μπουκαδόρος», το «πραξικόπημα της κάλπικης λίρας», το «μεγάλο ριφιφί». Τι δεν ακούστηκε και τι δεν γράφτηκε αυτές τις μέρες για τον «τρελό» με τον οποίο έμπλεξε ο πρωθυπουργός, όπως διαρρέεται -και πάντως δεν διαψεύδεται- ότι δήλωσε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας ακούγοντας το περιβόητο εναλλακτικό σχέδιο Λαφαζάνη. Δεν ήταν όμως ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας αυτός που δήλωνε στην ΕΡΤ το καλοκαίρι του Ί2 ότι τον εκφράζει απόλυτα η δήλωση του Παναγιώτη Λαφαζάνη ότι «το νόμισμα δεν είναι φετίχ»; Ότι τα μνημόνια είναι αυτά που μας οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια έξω από την Ευρώπη και μας πηγαίνουν προς την Αφρική, καθώς «μια χώρα με 1,5 εκατομμύριο ανέργους, μισθούς των 300 ευρώ, κατεστραμμένα σχολεία και νοσοκομεία, παιδιά να πεινάνε στον δρόμο, δεν θα είναι χαρούμενη επειδή θα έχει ευρώ»; Ότι η προϋπόθεση για να μείνει κανείς στο ευρώ είναι οι λελογισμένες θυσίες του λαού και όχι η αφαίμαξή του; Ή μήπως το τρίτο μνημόνιο που έφερε η κυβέρνηση μοιάζει ξαφνικά στον κ. Τσίπρα ότι εξασφαλίζει «ευρωπαϊκούς» όρους ζωής για τους κατοίκους της χώρας του;
Υποκλοπές και χάκινγκ, μάθαμε από την εφημερίδα Καθημερινή ότι προέβλεπε το «Plan Β» του Γ. Βαρουφάκη. Θα υπέκλεπτε, λέει, τους ΑΦΜ των “Ελλήνων πολιτών, χακάροντας την ιστοσελίδα του taxisnet. Οι αποκαλύψεις αυτές, όπως υποστηρίζει η εφημερίδα, έγιναν από τον ίδιο σε «conference call» (!) με επενδυτές και στελέχη διεθνών hedge funds. Βέβαια, ουδείς στάθηκε στο τι θα έκανε ο πρώην υπουργός τους ΑΦΜ που θα «υπέκλεπτε». Ποιο ήταν το πραγματικό σχέδιο και σε ποια περίπτωση θα έμπαινε σε εφαρμογή. Κι αυτό που επίσης μοιάζει αλήθεια, είναι πως, όσες εκκεντρικότατες κι αν μπορεί κανείς να καταλογίσει στον πρώην υπουργό, τη δουλειά του έκανε. Διερευνούσε δηλαδή εναλλακτικό σχέδιο σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας εννοούσαν αυτά που έλεγαν προεκλογικά. Ότι δηλαδή δεν θα επιτρέψουν στην Ευρώπη να εκβιάζει άλλο τη χώρα και τους πολίτες της, συνεχίζοντας την επιβολή της άγριας λιτότητας των μνημονίων.
Ο βουλευτής Ηρακλείου της ΝΔ Λευτέρης Αυγενάκης, σε ρόλο λαγού, κάνει την αρχή εντός κοινοβουλίου ρωτώντας αν αληθεύουν οι πληροφορίες ότι προβεβλημένος υπουργός αποδέσμευσε προθεσμιακές καταθέσεις πριν κλείσουν οι τράπεζες. Τη σκυτάλη παίρνουν τα πάντα πρόθυμα ΜΜΕ, που εντοπίζουν το «σκάνδαλο» στο πρόσωπο της πρώην υπουργού Νάντιας Βαλαβάνη και από εκείνη την ώρα δεν σταματούν οι δημοσιεύσεις. Οι διαψεύσεις της δεν έχουν καμία σημασία. Τι κι αν εξηγεί ότι ο λογαριασμός δεν ανήκει στην ίδια αλλά στη μητέρα της, ότι δεν τον διαχειρίζεται η ίδια, ότι το ποσό δεν είναι 200 χιλιάδες αλλά 100 χιλιάδες ευρώ, ότι η ανάληψη δεν έγινε μία εβδομάδα πριν την επιβολή των capital controls αλλά δύο εβδομάδες νωρίτερα, τι κι αν ζητάει άρση του τηλεφωνικού της απορρήτου για να επαληθεύσει τον ισχυρισμό της ότι δεν μίλησε με τη μητέρα της με σκοπό να την ενημερώσει για τον επαπειλούμενο έλεγχο κεφαλαίων, καθώς ούτε η ίδια το γνώριζε τη στιγμή που έγινε η ανάληψη. Οι πάντα πρόθυμοι δημοσιογράφοι θα φτάσουν στο σημείο να δημοσιεύσουν μέχρι και φωτογραφία της με τη μητέρα της για να αποδείξουν ότι λίγες μέρες νωρίτερα είχαν βρεθεί και την είχε ενημερώσει. Το ότι η φωτογραφία ήταν από εκδήλωση του 2012, η ίδια φορούσε τιρκουάζ μπλούζα, ενώ ακόμα δεν έχει βγάλει τα μαύρα από το θάνατο του άντρα της -τον οποίο σημειωτέον είχαν αφαιρέσει από τη φωτογραφία-, είναι ένα απλό αστόχημα βολής στον κατά ριπάς πυροβολισμό εναντίον της.
Πάνω από τα προβεβλημένα στελέχη, προβάλλει το καθολικό σχήμα: όποιος διαφωνεί, είναι φαιδρός, υπερεπαναστάτης, ουτοπιστής, γκρουπούσκουλο, συνωμότης, επικίνδυνος για τη δημοκρατία και υπηρετεί «το σχέδιο του Σόιμπλε»· όποιος συμφωνεί είναι απλώς ρεαλιστής.
Θα ρωτήσει κανείς: αυτή την εκστρατεία λάσπης, όμως, την εξαπολύουν τα συστημικά ΜΜΕ – γιατί να τη χρεωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Η απάντηση είναι αποκαρδιωτική: όχι μόνο η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έχει εγκαταλείψει ολοκληρωτικά τα στελέχη του και δεν τα υπερασπίζεται απέναντι στις χυδαίες επιθέσεις που δέχονται, αλλά έχει ήδη η ίδια υπολογίσιμη ιστορία συνομιλίας με τέτοιες τακτικές.
Το σχήμα «από τη μία οι ρεαλιστές, από την άλλη τα γκρουπούσκουλα» δεν εμφανίστηκε ξαφνικά τώρα, εν μέσω της οξείας αντιπαράθεσης για το νέο μνημόνιο. Χρονολογείται ήδη από πριν τις ευρωεκλογές του 2014, όταν άρχισε να συγκροτείται ένα δίκτυο ιστολογιών κι ενημερωτικών ιστοσελίδων, αμφιβόλου κύρους, που αναπαρήγαγαν συνεχώς τη θέση πως όποιος δεν συμφωνεί με τις επιλογές του Αλέξη Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας για «διεύρυνση προς την κεντροαριστερά» και «πατριωτική στροφή» και την επικοινωνιακή στρατηγική του Νίκου Παππά, είναι «γκρουπούσκουλο» και θέλει να γυρίσει τον ΣΥΡΙΖΑ στο «4%».Ήδη από τότε είχε αρχίσει η πρακτική των διαρροών από το συριζαϊκό ηγετικό περιβάλλον προς διάφορα ΜΜΕ που στοχοποιούσαν στελέχη.
Τώρα, λοιπόν, που η ανάγκη κατέστη επιτακτική, το σχήμα είναι έτοιμο και ο ΣΥΡΙΖΑ το έχει από καιρό προετοιμάσει. Τόσο έτοιμο, ώστε πλέον ούτε μόνο οι περί τον ΣΥΡΙΖΑ ανώνυμες ιστοσελίδες, ούτε μόνο τα συστημικά ΜΜΕ να το αναπαράγουν, αλλά να έχει έρθει ο καιρός για μια διατύπωση που διαρρέεται στο όνομα του πρωθυπουργού και ταυτίζεται πλήρως με την εκστρατεία λάσπης: ««Αν κάποιοι πιστεύουν ότι το εναλλακτικό αριστερό σχέδιο είναι το Σχέδιο Σόιμπλε, η αρπαγή του στοκ των χαρτονομισμάτων της ΕΚΤ ή το να δίνουμε στους συνταξιούχους χαρτάκια IOU αντί για συντάξεις, ας βγουν να το εξηγήσουν στον ελληνικό λαό. Και να μη κρύβονται πίσω από την ασφάλεια της δικής μου υπογραφής». Τόσο έτοιμο, ώστε το κόμμα που κήρυξε εμπάργκο στην εκπομπή του Γ. Πρετεντέρη για το άρθρο με τίτλο «Ζωή Κασιδιάρη», τώρα να έχει τον κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο Νίκο Φίλη να δηλώνει πως η Ζωή Κωνσταντοπουλου, αντιτιθέμενη στο νέο μνημόνιο, «συμπλέει για πολλοστή φορά με τη Χρυσή Αυγή». Τόσο έτοιμο, ώστε αυτοί που κάποτε δήλωναν πως «το ευρώ δεν είναι φετίχ», τώρα να έχουν τον υπουργό τους Δημήτρη Μάρδα να παραδέχεται ότι το «σχέδιο Βαρουφάκη στην πράξη έχει προβλήματα νομιμότητας» και να γράφει στα κοινωνικά δίκτυα ότι «Ζωή, Λαφαζάνης και οι πέριξ αυτών» είναι «χαμένοι στο διάστημα».
Απέναντι σε όλα αυτά, οι περίφημες «τάσεις» του κόμματος δυσαρεστούνται, απ’ ό,τι φαίνεται, αλλά επιμένουν στην τήρηση ισορροπιών (με κάποιες, ελάσσονες εξαιρέσεις). Οι περίφημοι «53+», που έχουν κατά καιρούς ασκήσει κριτική για τις αυθαιρεσίες της ηγετικής ομάδας και της κυβέρνησης, είδαν τους βουλευτές που πρόσκεινται σ’ αυτούς να ψηφίζουν «ναι», αλλά κάποια στελέχη τους να αποχωρούν από θέσεις στο Μαξίμου, και κατά τα άλλα επιδίδονται στη συνηθισμένη τους πρακτική: γράφουν κείμενα «θέσεων» για την Αριστερά, έστω κι αν τώρα τα περισσότερα από αυτά περιλαμβάνουν και τη νέα θεματική του θρήνου για την «ήττα» και τη «διάψευση», κάνουν έκκληση για «ενότητα», καταδικάζοντας τις χυδαίες επιθέσεις από όπου κι αν προέρχονται και εξαίροντας την αξία του «ήθους», και περιμένουν να συνεδριάσουν τα όργανα του κόμματος. Η Αριστερή Πλατφόρμα, παρά τα πλήγματα που διαρκώς δέχεται από την πολεμική των συστημικών ΜΜΕ και τις διαρροές και τις δηλώσεις του κυβερνητικού στρατοπέδου, προτάσσει κι αυτή την «ενότητα» και περιμένει επίσης τη σύγκληση των οργάνων, όπου, υποθέτουμε, περιμένει ότι θα λυθεί η παρεξήγηση με την ηγετική ομάδα και θα γίνει κατανοητό το γιατί το «εναλλακτικό σχέδιο» δεν είναι «ριφιφί». Οι υπόλοιποι βυθίζονται στη μελαγχολία, με το μοιρολόι να διασπάται πότε πότε από απίθανες περιπτώσεις που αίφνης προσγειώνονται στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης, σαν την κυρία Αυλωνίτου που θέλησε να συνεισφέρει λέγοντας πως ο Γ. Βαρουφάκης είναι «η Βουγιουκλάκη της πολιτικής».
Όποια κι αν είναι η εξέλιξη από δω και πέρα, δύο διαπιστώσεις είναι, καταπώς φαίνεται, αναπόφευκτες: Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει από τη θέση που βρίσκεται τώρα, της βαθιάς πολιτικής κρίσης, να εξοκείλει στην ολοκληρωτική ανυποληψία – όχι μόνο λόγω της ανακολουθίας της κυβερνητικής πολιτικής αλλά κυρίως για τον τρόπο υπεράσπισής της. Δεύτερον, όπως κι αν τελικά διαμορφωθούν οι εσωκομματικές του ισορροπίες, ο χώρος για μια επιθετική ριζοσπαστική Αριστερά στο κενό που αφήνει ο κυβερνητικός, πλέον, ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει. Το αν και πώς τελικά αυτή θα περιλάβει όσους στον ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να αντιστέκονται θα αποτελέσει μια καινούργια πρόκληση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου