Αναδημοσίευση από το ergatikosagwnas.gr
του Jerome Roos
Τώρα που ο Αλέξης Τσίπρας παραιτήθηκε (ΣτΜ: από την πρωθυπουργία), ο ΣΥΡΙΖΑ διασπάστηκε και η πρώτη ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση της Ευρώπης γονάτισε σε διάστημα μικρότερο των έξι μηνών, είναι καιρός να σκεφτούμε: Τι μας δίδαξαν οι εμπειρίες του περασμένου εξαμήνου; Και πώς θα συνεχιστεί ο αγώνας από εδώ και πέρα;
Το
πρώτο και πιο προφανές μάθημα είναι ότι δεν υπάρχει χώρος για τη
δημοκρατία, πόσο μάλλον για μια κοινωνικά προοδευτική εναλλακτική λύση,
στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. Φυσικά αυτό ήταν σαφές πολύ πριν να έρθει ο
ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, αλλά υπήρχαν ακόμα πολλοί μέσα στην Ευρωπαϊκή
Αριστερά και κυρίως στον στενό περίγυρο του Τσίπρα οι οποίοι φαίνεται
πως διακατέχονταν από την αφελή πεποίθηση ότι η νομισματική ένωση θα
μπορούσε με κάποιο τρόπο να γίνει λίγο πιο ανθρώπινη.
Η δραματική αποτυχία της διαπραγματευτικής στρατηγικής Τσίπρα έχει πλέον καταστήσει σαφές ότι αυτές ήταν, δυστυχώς, χίμαιρες. Η Ευρωζώνη έχει τοξικά αντιδημοκρατικό και αντικοινωνικό χαρακτήρα ο οποίος διαπερνά το θεσμικό πλαίσιο της. Οι δομικοί περιορισμοί της κυβερνητικής δράσης -ειδικά για μια μικρή και υπερχρεωμένη περιφερειακή χώρα όπως η Ελλάδα- είναι απλά πάρα πολύ μεγάλοι.
Ο μόνος τρόπος για τον εκδημοκρατισμό του ευρώ είναι να η συντριβή του.
Το δεύτερο -και πιο ενοχλητικό- δίδαγμα είναι ότι κάποιος δεν διαλύει έτσι απλά το ευρώ. Με αυτή την έννοια, τα γεγονότα του Ιουλίου δεν ήταν ενοχοποιητικά μόνο για τον Τσίπρα, ο οποίος κατέληξε να προδώσει την υπόσχεσή του για τον τερματισμό της λιτότητας. Ήταν εξίσου ενοχοποιητικά για την Αριστερά Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία –αν και στα λόγια παρέμενε "πιστή" στην εντολή της- στην πραγματικότητα δεν είχε κανένα αξιόπιστο σχέδιο. Αλλά ακόμη και αν είχε ένα σχέδιο, εξακολουθούσε να της λείπει η λαϊκή υποστήριξη, η θεσμική ικανότητα και η εσωκομματική δύναμη να πιέσει για μια ουσιαστική εναλλακτική λύση.
Η αλήθεια επί του θέματος είναι ότι η Ευρωζώνη έχει μετατραπεί σε φυλακή. Το κόλπο τώρα δεν είναι να κτυπήσει κανείς το κεφάλι του στον τοίχο από απόγνωση, ούτε να σχεδιάσει ακόμα πιο λαμπρά σχέδια διαφυγής στα χαρτιά, αλλά στην πραγματικότητα να ξεκινήσει την οργάνωση των συγκρατούμενών του για μια συντονισμένη εξέγερση των κρατουμένων. Αυτό θα απαιτήσει ένα ισχυρό κοινωνικό κίνημα σε μια κλίμακα πολύ πέρα από αυτή που η βαρετή και ντεμοντέ Αριστερή Πλατφόρμα ΣΥΡΙΖΑ – η οποία τώρα αναμορφώνεται σε νέο υπέρ του Grexit κόμμα που αποκαλείται Λαϊκή Ενότητα- μπορεί ενδεχομένως να κινητοποιήσει.
Αυτό μας φέρνει στο τρίτο δίδαγμα: το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο Τσίπρας - είναι το κόμμα. Αν ολόκληρο το πολιτικό έργο σας καταρρέει σε διάστημα μόλις έξι μηνών, και αν είστε ανίκανοι να προσαρμοστείτε στην πραγματικότητα με την ανάλογη αλλαγή στρατηγικής, ίσως θα ήταν σοφό να κάνετε κάποια ενδοσκόπηση πριν επιχειρήσετε ξανά την ίδια προσέγγιση που απέτυχε σε όλα.
Οι λόγοι της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της «λάθος στρατηγικής». Με αυτή την έννοια, η θέση της Αριστερής Πλατφόρμας/Λαϊκής Ενότητας παρουσιάζει έναν επικίνδυνο πολιτικό βολονταρισμό που αγνοεί εντελώς τον πιο βασικό λόγο της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι ότι το κόμμα στο σύνολό του απλά έχασε τις βάσεις στην κοινωνία και τις αντίρροπες δυνάμεις στο εσωτερικό του ώστε να αναγκάσει την ηγεσία του κόμματος να λογοδοτήσει στην πιο κρίσιμη στιγμή.
Με αυτή την έννοια, το πρόβλημα δεν βρίσκονταν μόνο στον αφελή αριστερό ευρωπαϊσμό που είχε ο στενός περίγυρος «πραγματιστών» του Τσίπρα, αλλά στην ίδια την αποσύνδεση ανάμεσα στην ολοένα και περισσότερο αυτόνομη ηγεσία του κόμματος και τα πιο μαχητικά- αλλά όλο και περισσότερο αποδυναμωμένα- στελέχη.
Το πρόβλημα, με άλλα λόγια, δεν βρίσκονταν μόνο στο γεγονός ότι ο Τσίπρας «παρασύρθηκε» από τις σειρήνες των μετριοπαθών στο κόμμα, όπως ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Δραγασάκης, αλλά στο γεγονός ότι το ίδιο το κόμμα δεν έχει την ικανότητα να περιθωριοποιήσει τον Δραγασάκη και να επαναφέρει τον Τσίπρα όταν εκείνος πρόδωσε τον raison d'être[1] του ΣΥΡΙΖΑ ως μια δύναμη ενάντια στα μέτρα λιτότητας. Έξω από την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο, η μαχητική βάση του κόμματος ήταν ανίσχυρη.
Με λίγα λόγια, το πρόβλημα δεν ήταν μόνο η έλλειψη πολιτικής βούλησης, αλλά η έλλειψη δημοκρατίας. Και αυτό, φυσικά, είναι ένα γενικό χαρακτηριστικό της κάθετης κομματικής μορφής, όπου η εξουσιοδότηση προς την ηγεσία αναμένεται να αυξήσει την πολιτική αποτελεσματικότητα, αλλά στην πραγματικότητα καταλήγει να απομακρύνει την τελευταία από την λαϊκή βάση που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί.
Για τους λόγους αυτούς, η κατάρρευση της πρώτης κυβέρνησης της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ευρώπη δεν πρέπει απλώς να προκαλέσει μια αλλαγή στη στρατηγική ή τους πολιτικούς στόχους. Έτσι κι αλλιώς, μόνο οι κραυγές για Grexit -ως το άλφα και το ωμέγα της ριζοσπαστικής πολιτικής- είναι απίθανο να εντυπωσιάσουν τους ψηφοφόρους. Αντίθετα, αυτό που έδειξε η δυναμική κινητοποίηση γύρω από το δημοψήφισμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία επιθυμεί να εξαλείψει όχι μόνο τη λιτότητα, αλλά και τον παλιό τρόπο άσκησης πολιτικής στο σύνολό του.
Αν μη τι άλλο, το δημοψήφισμα αποκάλυψε τη βαθιά επιθυμία των απλών Ελλήνων να συμμετέχουν ενεργά στην πολιτική ζωή της χώρας - να ακουστεί η φωνή τους, να απορρίψουν τις παράλογες απαιτήσεις των πιστωτών, να αποκαταστήσουν την αίσθηση της αξιοπρέπειας και της αυτοεκτίμησης, να πάρουν επιτέλους τα πράγματα στα δικά τους χέρια. Υπήρχε ένας πυρήνας χειραφέτησης, συμμετοχικότητας και απελευθέρωσης σ’ αυτές τις κινητοποιήσεις ο οποίος πρέπει να καλλιεργηθεί και να επεκταθεί κι άλλο. Αυτές οι ισχυρές ενέργειες, που κυοφορούν την κοινωνική δημιουργικότητα, δεν μπορεί απλά να «εξάχνιστούν» σε μια έκκληση για Grexit.
Το πρόβλημα είναι ότι η παλιομοδίτικη πολιτική των κομμάτων -τουλάχιστον με τον τρόπο που εφαρμόζεται σήμερα- περικλείει τη λαϊκή επιθυμία για συμμετοχή με τη διοχέτευση αυτής της κοινωνικής ζωτικότητας σε ένα προγραμματικό σύνολο προεκλογικών υποσχέσεων το οποίο μπορεί στη συνέχεια να προδώσει χωρίς πραγματικό πολιτικό κόστος, δεδομένου ότι τα όργανα λαϊκής εξουσίας που θα μπορούσαν δυνητικά να συγκρατήσουν τους ηγέτες παραμένουν στο περιθώριο, τόσο μέσα στο κόμμα όσο και στην κοινωνία.
Η πραγματική πρόκληση, λοιπόν, δεν είναι μόνο να επανακτήσει την κρατική εξουσία και να προτείνει Grexit ως εναλλακτική οργανωμένη λύση στην οικονομική κρίση, αλλά μάλλον να αρχίσει να δημιουργεί μορφές κοινωνικής δύναμης που μπορούν να ωθήσουν σε μια ουσιαστική πολιτική μεταμόρφωση από τα κάτω και να δημιουργήσουν τη συλλογική δυνατότητα που θα διατηρεί την κοινωνική αναπαραγωγή εν όψει των σοβαρών βραχυπρόθεσμων δυσκολιών που θα συνεπαγόταν η ριζική ρήξη ενός ενδεχόμενου Grexit.
Αυτό σημαίνει την κινητοποίηση της κοινωνίας στους δρόμους, στους χώρους εργασίας και γειτονιές. Αυτό σημαίνει την οικοδόμηση δημοκρατικών οργάνων της λαϊκής εξουσίας από κάτω προς τα πάνω. Αυτό σημαίνει να μείνει μακριά από το κάθετης δομής κόμμα, με την ενεργό ενθάρρυνση της συμμετοχής των πολιτών στην πολιτική διαδικασία, και ηγέτες θεσμικά υποταγμένους στο κίνημα. Αλλά πάνω απ' όλα, αυτό απλά σημαίνει τη δημιουργία κοινωνικών συνθηκών υπό τις οποίες κανένας αριστερός ηγέτης δε θα μπορούσε ενδεχομένως να διανοηθεί να προδώσει ξανά τη δημοκρατική εντολή τους.
Μέχρι τότε, οι συνεχείς εκκλήσεις για Grexit θα παραμένουν κάτι περισσότερο από ένα κενό και αναποτελεσματικό προεκλογικό σύνθημα.
του Jerome Roos
Πολύ μακριά από την ανάκτηση της κρατικής εξουσίας για την έξοδο από το
ευρώ, η πρόκληση για την ελληνική Αριστερά είναι να οικοδομήσει την
κοινωνική δύναμη που να μπορεί να αντέξει μια ριζοσπαστική ρήξη.
Τώρα που ο Αλέξης Τσίπρας παραιτήθηκε (ΣτΜ: από την πρωθυπουργία), ο ΣΥΡΙΖΑ διασπάστηκε και η πρώτη ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση της Ευρώπης γονάτισε σε διάστημα μικρότερο των έξι μηνών, είναι καιρός να σκεφτούμε: Τι μας δίδαξαν οι εμπειρίες του περασμένου εξαμήνου; Και πώς θα συνεχιστεί ο αγώνας από εδώ και πέρα;
Η δραματική αποτυχία της διαπραγματευτικής στρατηγικής Τσίπρα έχει πλέον καταστήσει σαφές ότι αυτές ήταν, δυστυχώς, χίμαιρες. Η Ευρωζώνη έχει τοξικά αντιδημοκρατικό και αντικοινωνικό χαρακτήρα ο οποίος διαπερνά το θεσμικό πλαίσιο της. Οι δομικοί περιορισμοί της κυβερνητικής δράσης -ειδικά για μια μικρή και υπερχρεωμένη περιφερειακή χώρα όπως η Ελλάδα- είναι απλά πάρα πολύ μεγάλοι.
Ο μόνος τρόπος για τον εκδημοκρατισμό του ευρώ είναι να η συντριβή του.
Το δεύτερο -και πιο ενοχλητικό- δίδαγμα είναι ότι κάποιος δεν διαλύει έτσι απλά το ευρώ. Με αυτή την έννοια, τα γεγονότα του Ιουλίου δεν ήταν ενοχοποιητικά μόνο για τον Τσίπρα, ο οποίος κατέληξε να προδώσει την υπόσχεσή του για τον τερματισμό της λιτότητας. Ήταν εξίσου ενοχοποιητικά για την Αριστερά Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία –αν και στα λόγια παρέμενε "πιστή" στην εντολή της- στην πραγματικότητα δεν είχε κανένα αξιόπιστο σχέδιο. Αλλά ακόμη και αν είχε ένα σχέδιο, εξακολουθούσε να της λείπει η λαϊκή υποστήριξη, η θεσμική ικανότητα και η εσωκομματική δύναμη να πιέσει για μια ουσιαστική εναλλακτική λύση.
Η αλήθεια επί του θέματος είναι ότι η Ευρωζώνη έχει μετατραπεί σε φυλακή. Το κόλπο τώρα δεν είναι να κτυπήσει κανείς το κεφάλι του στον τοίχο από απόγνωση, ούτε να σχεδιάσει ακόμα πιο λαμπρά σχέδια διαφυγής στα χαρτιά, αλλά στην πραγματικότητα να ξεκινήσει την οργάνωση των συγκρατούμενών του για μια συντονισμένη εξέγερση των κρατουμένων. Αυτό θα απαιτήσει ένα ισχυρό κοινωνικό κίνημα σε μια κλίμακα πολύ πέρα από αυτή που η βαρετή και ντεμοντέ Αριστερή Πλατφόρμα ΣΥΡΙΖΑ – η οποία τώρα αναμορφώνεται σε νέο υπέρ του Grexit κόμμα που αποκαλείται Λαϊκή Ενότητα- μπορεί ενδεχομένως να κινητοποιήσει.
Αυτό μας φέρνει στο τρίτο δίδαγμα: το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο Τσίπρας - είναι το κόμμα. Αν ολόκληρο το πολιτικό έργο σας καταρρέει σε διάστημα μόλις έξι μηνών, και αν είστε ανίκανοι να προσαρμοστείτε στην πραγματικότητα με την ανάλογη αλλαγή στρατηγικής, ίσως θα ήταν σοφό να κάνετε κάποια ενδοσκόπηση πριν επιχειρήσετε ξανά την ίδια προσέγγιση που απέτυχε σε όλα.
Οι λόγοι της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της «λάθος στρατηγικής». Με αυτή την έννοια, η θέση της Αριστερής Πλατφόρμας/Λαϊκής Ενότητας παρουσιάζει έναν επικίνδυνο πολιτικό βολονταρισμό που αγνοεί εντελώς τον πιο βασικό λόγο της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι ότι το κόμμα στο σύνολό του απλά έχασε τις βάσεις στην κοινωνία και τις αντίρροπες δυνάμεις στο εσωτερικό του ώστε να αναγκάσει την ηγεσία του κόμματος να λογοδοτήσει στην πιο κρίσιμη στιγμή.
Με αυτή την έννοια, το πρόβλημα δεν βρίσκονταν μόνο στον αφελή αριστερό ευρωπαϊσμό που είχε ο στενός περίγυρος «πραγματιστών» του Τσίπρα, αλλά στην ίδια την αποσύνδεση ανάμεσα στην ολοένα και περισσότερο αυτόνομη ηγεσία του κόμματος και τα πιο μαχητικά- αλλά όλο και περισσότερο αποδυναμωμένα- στελέχη.
Το πρόβλημα, με άλλα λόγια, δεν βρίσκονταν μόνο στο γεγονός ότι ο Τσίπρας «παρασύρθηκε» από τις σειρήνες των μετριοπαθών στο κόμμα, όπως ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Δραγασάκης, αλλά στο γεγονός ότι το ίδιο το κόμμα δεν έχει την ικανότητα να περιθωριοποιήσει τον Δραγασάκη και να επαναφέρει τον Τσίπρα όταν εκείνος πρόδωσε τον raison d'être[1] του ΣΥΡΙΖΑ ως μια δύναμη ενάντια στα μέτρα λιτότητας. Έξω από την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο, η μαχητική βάση του κόμματος ήταν ανίσχυρη.
Με λίγα λόγια, το πρόβλημα δεν ήταν μόνο η έλλειψη πολιτικής βούλησης, αλλά η έλλειψη δημοκρατίας. Και αυτό, φυσικά, είναι ένα γενικό χαρακτηριστικό της κάθετης κομματικής μορφής, όπου η εξουσιοδότηση προς την ηγεσία αναμένεται να αυξήσει την πολιτική αποτελεσματικότητα, αλλά στην πραγματικότητα καταλήγει να απομακρύνει την τελευταία από την λαϊκή βάση που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί.
Για τους λόγους αυτούς, η κατάρρευση της πρώτης κυβέρνησης της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ευρώπη δεν πρέπει απλώς να προκαλέσει μια αλλαγή στη στρατηγική ή τους πολιτικούς στόχους. Έτσι κι αλλιώς, μόνο οι κραυγές για Grexit -ως το άλφα και το ωμέγα της ριζοσπαστικής πολιτικής- είναι απίθανο να εντυπωσιάσουν τους ψηφοφόρους. Αντίθετα, αυτό που έδειξε η δυναμική κινητοποίηση γύρω από το δημοψήφισμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία επιθυμεί να εξαλείψει όχι μόνο τη λιτότητα, αλλά και τον παλιό τρόπο άσκησης πολιτικής στο σύνολό του.
Αν μη τι άλλο, το δημοψήφισμα αποκάλυψε τη βαθιά επιθυμία των απλών Ελλήνων να συμμετέχουν ενεργά στην πολιτική ζωή της χώρας - να ακουστεί η φωνή τους, να απορρίψουν τις παράλογες απαιτήσεις των πιστωτών, να αποκαταστήσουν την αίσθηση της αξιοπρέπειας και της αυτοεκτίμησης, να πάρουν επιτέλους τα πράγματα στα δικά τους χέρια. Υπήρχε ένας πυρήνας χειραφέτησης, συμμετοχικότητας και απελευθέρωσης σ’ αυτές τις κινητοποιήσεις ο οποίος πρέπει να καλλιεργηθεί και να επεκταθεί κι άλλο. Αυτές οι ισχυρές ενέργειες, που κυοφορούν την κοινωνική δημιουργικότητα, δεν μπορεί απλά να «εξάχνιστούν» σε μια έκκληση για Grexit.
Το πρόβλημα είναι ότι η παλιομοδίτικη πολιτική των κομμάτων -τουλάχιστον με τον τρόπο που εφαρμόζεται σήμερα- περικλείει τη λαϊκή επιθυμία για συμμετοχή με τη διοχέτευση αυτής της κοινωνικής ζωτικότητας σε ένα προγραμματικό σύνολο προεκλογικών υποσχέσεων το οποίο μπορεί στη συνέχεια να προδώσει χωρίς πραγματικό πολιτικό κόστος, δεδομένου ότι τα όργανα λαϊκής εξουσίας που θα μπορούσαν δυνητικά να συγκρατήσουν τους ηγέτες παραμένουν στο περιθώριο, τόσο μέσα στο κόμμα όσο και στην κοινωνία.
Η πραγματική πρόκληση, λοιπόν, δεν είναι μόνο να επανακτήσει την κρατική εξουσία και να προτείνει Grexit ως εναλλακτική οργανωμένη λύση στην οικονομική κρίση, αλλά μάλλον να αρχίσει να δημιουργεί μορφές κοινωνικής δύναμης που μπορούν να ωθήσουν σε μια ουσιαστική πολιτική μεταμόρφωση από τα κάτω και να δημιουργήσουν τη συλλογική δυνατότητα που θα διατηρεί την κοινωνική αναπαραγωγή εν όψει των σοβαρών βραχυπρόθεσμων δυσκολιών που θα συνεπαγόταν η ριζική ρήξη ενός ενδεχόμενου Grexit.
Αυτό σημαίνει την κινητοποίηση της κοινωνίας στους δρόμους, στους χώρους εργασίας και γειτονιές. Αυτό σημαίνει την οικοδόμηση δημοκρατικών οργάνων της λαϊκής εξουσίας από κάτω προς τα πάνω. Αυτό σημαίνει να μείνει μακριά από το κάθετης δομής κόμμα, με την ενεργό ενθάρρυνση της συμμετοχής των πολιτών στην πολιτική διαδικασία, και ηγέτες θεσμικά υποταγμένους στο κίνημα. Αλλά πάνω απ' όλα, αυτό απλά σημαίνει τη δημιουργία κοινωνικών συνθηκών υπό τις οποίες κανένας αριστερός ηγέτης δε θα μπορούσε ενδεχομένως να διανοηθεί να προδώσει ξανά τη δημοκρατική εντολή τους.
Μέχρι τότε, οι συνεχείς εκκλήσεις για Grexit θα παραμένουν κάτι περισσότερο από ένα κενό και αναποτελεσματικό προεκλογικό σύνθημα.
Ο είναι Διδάκτωρ Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο, και από τα ιδρυτικά μέλη του ROAR Magazine
Πηγή: telesurtv.net
Μετάφραση – Επιμέλεια: Παναγιώτης Ζαβουδάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου