Από τη μία πλευρά, περίπου
200 νεαροί μαχητές που έχουν κηρύξει στη συνοικία τους «δημοκρατική
αυτονομία». Από την άλλη πλευρά, ένα πάνοπλο κράτος που έχει βαλθεί για
τα καλά να τους ισοπεδώσει.
Από τη μία πλευρά τα οδοφράγματα με τα σακιά άμμου, από την άλλη τα τεθωρακισμένα και τα ελικόπτερα. Ο στρατός δεν θέλει να συλλάβει. Θέλει να σκοτώσει. Κι όμως, η αντίσταση των Κούρδων, παρά τα δεκάδες θύματα, δεν λέει να καμφθεί...
«Δεν φοβάμαι», λέει η Λεϊλά. «Η ζωή μου δεν έχει καμία αξία. Εδώ, καμία ζωή δεν έχει αξία. Δεν έχω σπίτι, δεν έχω δουλειά, δεν έχω υπάρχοντα, δεν έχω οικογένεια»
►ΑΠΟΣΤΟΛΗ στο Ντιγιάρμπακιρ
Εχουν περάσει 45 ημέρες από την απαρχή των ένοπλων συγκρούσεων στη Σουρ, στην παλιά, περίκλειστη από τείχος κεντρική συνοικία του Ντιγιάρμπακιρ και ο αχός της μάχης ακούγεται μέρα νύχτα, σε όλη την πόλη του ενός και πλέον εκατομμυρίου κατοίκων.
Λίγες εκατοντάδες, λένε γύρω στους 200 μαχητές, κανείς δεν ξέρει πόσοι αλήθεια, ένοπλοι, στην πλειονότητά τους πολύ νεαρής ηλικίας, έχουν οχυρωθεί στην καρδιά της καστροσυνοικίας και έχουν ανακηρύξει «δημοκρατική αυτονομία».
Στα χέρια τους κρατούν καλάσνικοφ και είναι ταμπουρωμένοι σε ορύγματα και αυτοσχέδια οδοφράγματα με σακιά άμμου.
Γύρω τους, έχουν τοποθετήσει νάρκες για να ανακόψουν την είσοδο των τεθωρακισμένων. Διακηρύττουν ότι υπερασπίζονται τη συνοικία τους και τους κατοίκους από τις επιθέσεις της στρατοχωροφυλακής και των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας.
Το τουρκικό κράτος υποστηρίζει πως είναι τρομοκράτες και τους επιτίθεται με υπεράριθμες δυνάμεις, με χρήση τεθωρακισμένων, βαρέων όπλων και ελικοπτέρων.
Αν κρίνει κανείς από τα θύματα που έχουν ανακοινωθεί, πρόκειται για 20χρονα παιδιά -πολλά από τα οποία είναι κορίτσια- με ελαφρά όπλα, που έχουν απέναντί τους μια υπεράριθμη και πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή.
Παρά την ολοκληρωτική του υπεροπλία, ο τουρκικός στρατός δεν έχει καταφέρει να κάμψει την αντίστασή τους, ενώ μετρά και πολλά θύματα.
Παραδόξως (;) δεν έχει ανακοινωθεί από την αστυνομία καμία σύλληψη έγκλειστων της Σουρ.
Σε αυτήν τη σύγκρουση δεν υπάρχουν αιχμάλωτοι. Μόνο νεκροί. Κι αυτοί παραμένουν άταφοι, μέσα στα ερείπια.
Η Σουρ έχει αποκλειστεί περιμετρικά από τις δυνάμεις της αστυνομίας και έχει επιβληθεί απαγόρευση κυκλοφορίας.
Αριστερά: Μέσα από τη ζώνη αποκλεισμού της Σουρ. Τα πανιά κρύβουν τους κατοίκους από τους ελεύθερους σκοπευτές και τα ελικόπτερα. Δεξιά: Τα περισσότερα σπίτια στη ζώνη των συγκρούσεων έχουν υποστεί πολύ σοβαρές ζημιές. Τις παραπάνω φωτογραφίες μάς τις έστειλαν μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα νεαροί Κούρδοι
Στο εσωτερικό της Σουρ υπάρχει ακόμη μία ζώνη αποκλεισμού, πολύ πιο αυστηρή, ζώνη θανάτου τη λένε οι ντόπιοι, με την περιοχή μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής ζώνης να είναι «γκρίζα», όπου οι μόνιμοι κάτοικοι κινούνται με χίλιες προφυλάξεις, αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο να δεχτούν πυρά από ελεύθερους σκοπευτές ή να πέσουν θύματα αδέσποτων πυρών.
Αμαχοι σκοτώθηκαν με αυτόν τον τρόπο μέσα στα σπίτια τους ή στις αυλές τους. Πάνω από την πόλη πετάνε συνεχώς ελικόπτερα, μέρα νύχτα.
Από τους 25.000 μόνιμους κατοίκους της Σουρ, όλοι Κούρδοι, έχουν απομείνει μέσα στη συνοικία περί τους 3.000-4.000. Αρνούνται να φύγουν.
Δεν έχουν άλλωστε και πολλά να χάσουν, μόνο τη ζωή τους, όπως λέει
η Λεϊλά, μια γυναίκα στα 40, που είδε το σπίτι της να γίνεται ερείπια
από βόμβα του στρατού και έζησε από τύχη.
«Δεν φοβάμαι», λέει. «Η ζωή μου δεν έχει καμία αξία. Εδώ, καμία ζωή δεν έχει αξία.
Δεν έχω σπίτι, δεν έχω δουλειά, δεν έχω υπάρχοντα, δεν έχω οικογένεια.
Ο άντρας μου είναι εσωτερικός μετανάστης στην Κωνσταντινούπολη, τα παιδιά μου στη Γερμανία.
Υπάρχουν μέρες που δεν έχω φάει παρά μόνο λίγο ψωμί. Με στηρίζουν οι γείτονες και η Λαϊκή Συνέλευση».
Υπάρχουν τέσσερις έδρες της άτυπης κουρδικής αυτοδιοίκησης μέσα στη Σουρ.
Είναι οι αποκαλούμενες Λαϊκές Συνελεύσεις που ιδρύθηκαν από τους κατοίκους με δημοκρατικές διαδικασίες και εκλογές. Οι δύο έχουν καταστραφεί στις μάχες.
Η Λαϊκή Συνέλευση της Λάλα Μπέι ήταν στην άλλη μεριά της πόλης.
Κατευθυνθήκαμε προς την έδρα της Λαϊκής Συνέλευσης του Ισκαντερ Πασά, μαζί με τον συνάδελφο Μάκη Χολέβα από τον «Ημεροδρόμο», με τη βοήθεια ντόπιου κατοίκου.
Περάσαμε την πρώτη ζώνη σχετικά εύκολα και προχωρήσαμε μέσα από τα δαιδαλώδη στενά, προς το εσωτερικό της Σουρ.
Σε πολλά σημεία ο δρόμος ήταν τόσο στενός που χωρούσαν ίσα ίσα δυο άνθρωποι. Συχνά, κατέληγε σε αδιέξοδο. Η περιοχή έμοιαζε με λαβύρινθο και ένας ξένος πολύ δύσκολα θα έβρισκε την έξοδο.
Οσο προχωρούσαμε, οι λιγοστοί άνθρωποι που συναντούσαμε -οι περισσότεροι ισχνοί, κάποιοι εμφανώς υποσιτισμένοι- αραίωναν κι άλλο, ενώ τα πυρά που ακούγονταν έρχονταν όλο και πιο κοντά.
Διασχίσαμε τη φτωχογειτονιά, τις λασπωμένες αυλές, τα μισογκρεμισμένα χαγιάτια, μέσα από στενά που δεν έβλεπες ουρανό, με τα ασοβάτιστα τούβλινα σπίτια κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο, με τοίχους γεμάτους συνθήματα υπέρ των Κούρδων και κουρδικές σημαίες κρεμασμένες από μπαλκόνια που έγερναν.
Το χιονόνερο έπεφτε αδυσώπητο, το κρύο πάγωνε τα χέρια και μούδιαζε το πρόσωπο.
Φτάσαμε σε ένα άνοιγμα, θα το έλεγες πλατεία, όμως μάλλον ήταν ένας άδειος χώρος, ένα αστικό κενό, αταίριαστο και απειλητικό, σίγουρα ανεπιθύμητο, μπορούσαν να σε δουν από ψηλά, κι αντικρίσαμε ένα χαμηλό σπίτι, το μόνο βαμμένο με έντονα χρώματα, μια χαρούμενη παραφωνία μέσα στη μουντάδα.
Ηταν η έδρα της Λαϊκής Συνέλευσης του Ισκαντερ Πασά.
Μέσα στο κονάκι έκαιγε μια σόμπα με ξύλα, η τηλεόραση έδειχνε κουρδικό κανάλι και μια ομιλία του προέδρου του HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, και γύρω από τη φουφού άντρες και γυναίκες έπιναν τσάι.
Μας καλοσώρισαν σχεδόν συγκινημένοι.
«Εχουμε ανάγκη να έρθουν εδώ ξένοι δημοσιογράφοι, να δουν με τα μάτια τους τι συμβαίνει, να μεταφέρουν στην Ευρώπη τη φωνή μας. Είμαστε αποκλεισμένοι και ξεχασμένοι από όλους» λέει ο 36χρονος Μαχμούτ, εκλεγμένος στο προεδρείο της τοπικής συνέλευσης.
«Τρεις φορές μάς έκανε επιδρομή η αστυνομία, τη μια φορά
προσπάθησαν να μας κάψουν το κέντρο. Βγήκε ο κόσμος από τα γύρω σπίτια
και τους σταμάτησε. Μας σπάσαν την κουζίνα, για να μη βοηθάμε τον κόσμο.
Μέχρι και τα αβγά από τον περιστερώνα κατέστρεψαν», διηγείται ένας άντρας που δεν θέλει να πει το όνομά του.
«Λένε πως δίνουν μάχη με τους τρομοκράτες. Ομως εδώ δίπλα σκοτώθηκε μια γυναίκα μέσα στο σπίτι της από αδέσποτη. Στα 150 μέτρα από εδώ έπεσε μια βόμβα, αλλά ευτυχώς δεν έσκασε. Η αστυνομία πυροβολεί τον κόσμο χωρίς λόγο, όχι μόνο αυτούς που πήραν τα όπλα, αλλά και τους απλούς πολίτες. Θέλουν να μας τρομοκρατήσουν, να μας κάνουν να υποκύψουμε. Για την κυβέρνηση, όποιος δεν την υποστηρίζει, είναι εχθρός. Οποιος μιλάει εδώ για ειρήνη, είναι εχθρός του κράτους. Ομως το κράτος θέλει τον πόλεμο» λέει οργισμένα ο Μαχμούτ.
Ανεργος, στα 50 του, με οικογένεια με μικρά παιδιά, έρχεται στο Κέντρο Αλληλεγγύης για να πάρει ρούχα και τρόφιμα: «Εδώ μας φροντίζουν, είναι αδέλφια μας. Αν δεν είχαμε τη Λαϊκή Συνέλευση δεν θα τα βγάζαμε πέρα».
Μία γυναίκα, η Αϊσέ, μπαίνει στο μικρό δωμάτιο για να ζεσταθεί. «Ούτε ξύλα δεν έχω για τη σόμπα», λέει. «Τα τέσσερα παιδιά μου είναι σπίτι, γιατί με τις μάχες τα σχολεία είναι κλειστά. Ο άντρας μου είναι άνεργος. Φοβόμαστε να βγούμε έξω, αλλά και στο σπίτι μέσα δεν υπάρχει ασφάλεια. Δεν φεύγω από τη Σουρ, δεν έχω και πού να πάω. Η ζωή εδώ είναι σκέτη καταστροφή, αλλά δεν έχω άλλη λύση».
Με εξαίρεση τη Λεϊλά, κανείς δεν θέλει να φωτογραφηθεί. «Δεν μας θέλει το σύστημα, δεν θέλουν να υπάρχουμε, είμαστε ανεπιθύμητοι στον τόπο μας. Αλλά εμείς δεν θα τους κάνουμε το χατήρι. Δεν θα εγκαταλείψουμε τη γειτονιά. Εχουν σχέδια, όταν τελειώσουν οι μάχες, να διώξουν τους κατοίκους από τη Σουρ και να κάνουν “ανάπλαση”. Να αλλάξουν τη σύνθεση του πληθυσμού, να πουλήσουμε μπιρ παρά τα σπίτια μας, τα ερείπια, για να βγάλουν κέρδος οι εταιρείες, να κάνουν σπίτια για τους πλούσιους», υποστηρίζει άλλος άντρας.
Στο κέντρο της Σουρ, που τώρα είναι απρόσιτο λόγω των μαχών, υπάρχουν πολλές εκκλησίες, με σημαντικότερη τη Σουρπ Γκιράγος, της αρμένικης κοινότητας, του 16ου αιώνα, την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, των Χαλδαίων, αλλά και πολλά σημαντικά μουσουλμανικά μνημεία, όπως το ιστορικό τζαμί Χαζρετί Σουλεϊμάν, του 1155, ο μιναρές του Ντορτ Αϊγιακλί, εκεί όπου σκοτώθηκε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου του Ντιγιάρμπακιρ, Ταχίρ Ελτσι, ενώ έβγαζε λόγο για τη σωτηρία των μνημείων της Σουρ, το Φατίχ Πασά τζαμί του 1518, περίτεχνες κρήνες και λουτρά.
Τώρα αυτή η πολιτιστική κληρονομιά καταστρέφεται μέσα σε σιωπή, όπως σε σιωπή πεθαίνουν και οι άνθρωποι σε αυτήν την εσχατιά της Τουρκίας.
Από τη μία πλευρά τα οδοφράγματα με τα σακιά άμμου, από την άλλη τα τεθωρακισμένα και τα ελικόπτερα. Ο στρατός δεν θέλει να συλλάβει. Θέλει να σκοτώσει. Κι όμως, η αντίσταση των Κούρδων, παρά τα δεκάδες θύματα, δεν λέει να καμφθεί...
«Δεν φοβάμαι», λέει η Λεϊλά. «Η ζωή μου δεν έχει καμία αξία. Εδώ, καμία ζωή δεν έχει αξία. Δεν έχω σπίτι, δεν έχω δουλειά, δεν έχω υπάρχοντα, δεν έχω οικογένεια»
►ΑΠΟΣΤΟΛΗ στο Ντιγιάρμπακιρ
Εχουν περάσει 45 ημέρες από την απαρχή των ένοπλων συγκρούσεων στη Σουρ, στην παλιά, περίκλειστη από τείχος κεντρική συνοικία του Ντιγιάρμπακιρ και ο αχός της μάχης ακούγεται μέρα νύχτα, σε όλη την πόλη του ενός και πλέον εκατομμυρίου κατοίκων.
Λίγες εκατοντάδες, λένε γύρω στους 200 μαχητές, κανείς δεν ξέρει πόσοι αλήθεια, ένοπλοι, στην πλειονότητά τους πολύ νεαρής ηλικίας, έχουν οχυρωθεί στην καρδιά της καστροσυνοικίας και έχουν ανακηρύξει «δημοκρατική αυτονομία».
Στα χέρια τους κρατούν καλάσνικοφ και είναι ταμπουρωμένοι σε ορύγματα και αυτοσχέδια οδοφράγματα με σακιά άμμου.
Γύρω τους, έχουν τοποθετήσει νάρκες για να ανακόψουν την είσοδο των τεθωρακισμένων. Διακηρύττουν ότι υπερασπίζονται τη συνοικία τους και τους κατοίκους από τις επιθέσεις της στρατοχωροφυλακής και των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας.
Το τουρκικό κράτος υποστηρίζει πως είναι τρομοκράτες και τους επιτίθεται με υπεράριθμες δυνάμεις, με χρήση τεθωρακισμένων, βαρέων όπλων και ελικοπτέρων.
Αν κρίνει κανείς από τα θύματα που έχουν ανακοινωθεί, πρόκειται για 20χρονα παιδιά -πολλά από τα οποία είναι κορίτσια- με ελαφρά όπλα, που έχουν απέναντί τους μια υπεράριθμη και πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή.
Παρά την ολοκληρωτική του υπεροπλία, ο τουρκικός στρατός δεν έχει καταφέρει να κάμψει την αντίστασή τους, ενώ μετρά και πολλά θύματα.
Παραδόξως (;) δεν έχει ανακοινωθεί από την αστυνομία καμία σύλληψη έγκλειστων της Σουρ.
Σε αυτήν τη σύγκρουση δεν υπάρχουν αιχμάλωτοι. Μόνο νεκροί. Κι αυτοί παραμένουν άταφοι, μέσα στα ερείπια.
Η Σουρ έχει αποκλειστεί περιμετρικά από τις δυνάμεις της αστυνομίας και έχει επιβληθεί απαγόρευση κυκλοφορίας.
Αριστερά: Μέσα από τη ζώνη αποκλεισμού της Σουρ. Τα πανιά κρύβουν τους κατοίκους από τους ελεύθερους σκοπευτές και τα ελικόπτερα. Δεξιά: Τα περισσότερα σπίτια στη ζώνη των συγκρούσεων έχουν υποστεί πολύ σοβαρές ζημιές. Τις παραπάνω φωτογραφίες μάς τις έστειλαν μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα νεαροί Κούρδοι
Στο εσωτερικό της Σουρ υπάρχει ακόμη μία ζώνη αποκλεισμού, πολύ πιο αυστηρή, ζώνη θανάτου τη λένε οι ντόπιοι, με την περιοχή μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής ζώνης να είναι «γκρίζα», όπου οι μόνιμοι κάτοικοι κινούνται με χίλιες προφυλάξεις, αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο να δεχτούν πυρά από ελεύθερους σκοπευτές ή να πέσουν θύματα αδέσποτων πυρών.
Αμαχοι σκοτώθηκαν με αυτόν τον τρόπο μέσα στα σπίτια τους ή στις αυλές τους. Πάνω από την πόλη πετάνε συνεχώς ελικόπτερα, μέρα νύχτα.
Από τους 25.000 μόνιμους κατοίκους της Σουρ, όλοι Κούρδοι, έχουν απομείνει μέσα στη συνοικία περί τους 3.000-4.000. Αρνούνται να φύγουν.
«Δεν φοβάμαι», λέει. «Η ζωή μου δεν έχει καμία αξία. Εδώ, καμία ζωή δεν έχει αξία.
Δεν έχω σπίτι, δεν έχω δουλειά, δεν έχω υπάρχοντα, δεν έχω οικογένεια.
Ο άντρας μου είναι εσωτερικός μετανάστης στην Κωνσταντινούπολη, τα παιδιά μου στη Γερμανία.
Υπάρχουν μέρες που δεν έχω φάει παρά μόνο λίγο ψωμί. Με στηρίζουν οι γείτονες και η Λαϊκή Συνέλευση».
Υπάρχουν τέσσερις έδρες της άτυπης κουρδικής αυτοδιοίκησης μέσα στη Σουρ.
Είναι οι αποκαλούμενες Λαϊκές Συνελεύσεις που ιδρύθηκαν από τους κατοίκους με δημοκρατικές διαδικασίες και εκλογές. Οι δύο έχουν καταστραφεί στις μάχες.
Η Λαϊκή Συνέλευση της Λάλα Μπέι ήταν στην άλλη μεριά της πόλης.
Κατευθυνθήκαμε προς την έδρα της Λαϊκής Συνέλευσης του Ισκαντερ Πασά, μαζί με τον συνάδελφο Μάκη Χολέβα από τον «Ημεροδρόμο», με τη βοήθεια ντόπιου κατοίκου.
Περάσαμε την πρώτη ζώνη σχετικά εύκολα και προχωρήσαμε μέσα από τα δαιδαλώδη στενά, προς το εσωτερικό της Σουρ.
Σε πολλά σημεία ο δρόμος ήταν τόσο στενός που χωρούσαν ίσα ίσα δυο άνθρωποι. Συχνά, κατέληγε σε αδιέξοδο. Η περιοχή έμοιαζε με λαβύρινθο και ένας ξένος πολύ δύσκολα θα έβρισκε την έξοδο.
Οσο προχωρούσαμε, οι λιγοστοί άνθρωποι που συναντούσαμε -οι περισσότεροι ισχνοί, κάποιοι εμφανώς υποσιτισμένοι- αραίωναν κι άλλο, ενώ τα πυρά που ακούγονταν έρχονταν όλο και πιο κοντά.
Διασχίσαμε τη φτωχογειτονιά, τις λασπωμένες αυλές, τα μισογκρεμισμένα χαγιάτια, μέσα από στενά που δεν έβλεπες ουρανό, με τα ασοβάτιστα τούβλινα σπίτια κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο, με τοίχους γεμάτους συνθήματα υπέρ των Κούρδων και κουρδικές σημαίες κρεμασμένες από μπαλκόνια που έγερναν.
Το χιονόνερο έπεφτε αδυσώπητο, το κρύο πάγωνε τα χέρια και μούδιαζε το πρόσωπο.
Φτάσαμε σε ένα άνοιγμα, θα το έλεγες πλατεία, όμως μάλλον ήταν ένας άδειος χώρος, ένα αστικό κενό, αταίριαστο και απειλητικό, σίγουρα ανεπιθύμητο, μπορούσαν να σε δουν από ψηλά, κι αντικρίσαμε ένα χαμηλό σπίτι, το μόνο βαμμένο με έντονα χρώματα, μια χαρούμενη παραφωνία μέσα στη μουντάδα.
Ηταν η έδρα της Λαϊκής Συνέλευσης του Ισκαντερ Πασά.
Μέσα στο κονάκι έκαιγε μια σόμπα με ξύλα, η τηλεόραση έδειχνε κουρδικό κανάλι και μια ομιλία του προέδρου του HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, και γύρω από τη φουφού άντρες και γυναίκες έπιναν τσάι.
Μας καλοσώρισαν σχεδόν συγκινημένοι.
«Εχουμε ανάγκη να έρθουν εδώ ξένοι δημοσιογράφοι, να δουν με τα μάτια τους τι συμβαίνει, να μεταφέρουν στην Ευρώπη τη φωνή μας. Είμαστε αποκλεισμένοι και ξεχασμένοι από όλους» λέει ο 36χρονος Μαχμούτ, εκλεγμένος στο προεδρείο της τοπικής συνέλευσης.
«Εμείς πιστεύουμε στην άμεση, την
πραγματική δημοκρατία. Ο κόσμος της περιοχής μάς ανέδειξε, 16 άτομα στην
επιτροπή, για να τους υπηρετήσουμε. Κάνουμε πράξη την αυτοδιοίκηση με
αυτονομία. Εχουμε δύο συμπροέδρους, έναν άντρα και μια γυναίκα, μοντέλο
που εφαρμόζουμε σε όλες τις οργανώσεις μας. Εδώ, το βασικό μας καθήκον
είναι η αλληλεγγύη προς αυτούς που έχουν ανάγκη. Στο Ισκαντερ Πασά, σε
όλη τη Σουρ, όλοι έχουν ανάγκη. Με τη βοήθεια 70 εθελοντών, μαζεύουμε
και διανέμουμε ρούχα, κουβέρτες, τρόφιμα, πληρώνουμε το νοίκι σε
οικογένειες που εκτοπίστηκαν γιατί έχασαν τα σπίτια τους στις μάχες,
δίνουμε βοήθεια σε 1.000 οικογένειες της γειτονιάς, κάνουμε λαϊκά
συσσίτια».
«Λένε πως δίνουν μάχη με τους τρομοκράτες. Ομως εδώ δίπλα σκοτώθηκε μια γυναίκα μέσα στο σπίτι της από αδέσποτη. Στα 150 μέτρα από εδώ έπεσε μια βόμβα, αλλά ευτυχώς δεν έσκασε. Η αστυνομία πυροβολεί τον κόσμο χωρίς λόγο, όχι μόνο αυτούς που πήραν τα όπλα, αλλά και τους απλούς πολίτες. Θέλουν να μας τρομοκρατήσουν, να μας κάνουν να υποκύψουμε. Για την κυβέρνηση, όποιος δεν την υποστηρίζει, είναι εχθρός. Οποιος μιλάει εδώ για ειρήνη, είναι εχθρός του κράτους. Ομως το κράτος θέλει τον πόλεμο» λέει οργισμένα ο Μαχμούτ.
Ανεργος, στα 50 του, με οικογένεια με μικρά παιδιά, έρχεται στο Κέντρο Αλληλεγγύης για να πάρει ρούχα και τρόφιμα: «Εδώ μας φροντίζουν, είναι αδέλφια μας. Αν δεν είχαμε τη Λαϊκή Συνέλευση δεν θα τα βγάζαμε πέρα».
Μία γυναίκα, η Αϊσέ, μπαίνει στο μικρό δωμάτιο για να ζεσταθεί. «Ούτε ξύλα δεν έχω για τη σόμπα», λέει. «Τα τέσσερα παιδιά μου είναι σπίτι, γιατί με τις μάχες τα σχολεία είναι κλειστά. Ο άντρας μου είναι άνεργος. Φοβόμαστε να βγούμε έξω, αλλά και στο σπίτι μέσα δεν υπάρχει ασφάλεια. Δεν φεύγω από τη Σουρ, δεν έχω και πού να πάω. Η ζωή εδώ είναι σκέτη καταστροφή, αλλά δεν έχω άλλη λύση».
Με εξαίρεση τη Λεϊλά, κανείς δεν θέλει να φωτογραφηθεί. «Δεν μας θέλει το σύστημα, δεν θέλουν να υπάρχουμε, είμαστε ανεπιθύμητοι στον τόπο μας. Αλλά εμείς δεν θα τους κάνουμε το χατήρι. Δεν θα εγκαταλείψουμε τη γειτονιά. Εχουν σχέδια, όταν τελειώσουν οι μάχες, να διώξουν τους κατοίκους από τη Σουρ και να κάνουν “ανάπλαση”. Να αλλάξουν τη σύνθεση του πληθυσμού, να πουλήσουμε μπιρ παρά τα σπίτια μας, τα ερείπια, για να βγάλουν κέρδος οι εταιρείες, να κάνουν σπίτια για τους πλούσιους», υποστηρίζει άλλος άντρας.
Σιωπηρή καταστροφή
Η Σουρ δεν έχει μόνο χαμόσπιτα, έχει και πολλά κομψοτεχνήματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και το κάστρο της, με τα περίφημα τείχη, έχει χαρακτηριστεί μνημείο από την UNESCO.Στο κέντρο της Σουρ, που τώρα είναι απρόσιτο λόγω των μαχών, υπάρχουν πολλές εκκλησίες, με σημαντικότερη τη Σουρπ Γκιράγος, της αρμένικης κοινότητας, του 16ου αιώνα, την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, των Χαλδαίων, αλλά και πολλά σημαντικά μουσουλμανικά μνημεία, όπως το ιστορικό τζαμί Χαζρετί Σουλεϊμάν, του 1155, ο μιναρές του Ντορτ Αϊγιακλί, εκεί όπου σκοτώθηκε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου του Ντιγιάρμπακιρ, Ταχίρ Ελτσι, ενώ έβγαζε λόγο για τη σωτηρία των μνημείων της Σουρ, το Φατίχ Πασά τζαμί του 1518, περίτεχνες κρήνες και λουτρά.
Τώρα αυτή η πολιτιστική κληρονομιά καταστρέφεται μέσα σε σιωπή, όπως σε σιωπή πεθαίνουν και οι άνθρωποι σε αυτήν την εσχατιά της Τουρκίας.
«Καταστρέφεται η ιστορία μας, οι μνήμες μας» λέει ο Μουσταφά και στέλνει μήνυμα για την Ευρώπη: «Αν
δεν ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους, ας κάνουν κάτι για τα μνημεία
μας. Αυτά ανήκουν σε όλους. Εμείς δεν ανήκουμε σε κανέναν».
πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου