Εισήγηση Γιάννη Τόλιου, εκπροσώπου της ΛΑΕ, στην Ημερίδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με θέμα: «Ευρώ, Ευρωζώνη, ΕΕ: Μπορεί να υπάρξει έξοδος;», (Σάββατο 27 Μάη 2017, Πολυχώρος «Μολύβι)
Εισαγωγή
Η
βαθιά και παρατεταμένη κρίση στην ελληνική οικονομία και κοινωνία και
οι αρνητικές συνέπειες από την εφαρμογή των Μνημονίων, έχουν φέρει με
ένταση στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής το ερώτημα, για τη σκοπιμότητα παραμονής της χώρας στη «φυλακή της ευρωζώνης» και της ΕΕ.
Πρόκειται για ερώτημα που αγγίζει άμεσα την εθνική και λαϊκή κυριαρχία
και τη δυνατότητα εφαρμογής μιας εναλλακτικής προοδευτικής-φιλολαϊκής
πολιτικής εξόδου από την κρίση. Για τη ριζοσπαστική Αριστερά, το ερώτημα
αποκτά πρόσθετη σημασία, διότι συνδέεται με το ζήτημα της συνεργασίας και συγκρότησης ενός ευρύτερου πολιτικού «μετώπου» των αριστερών, ριζοσπαστικών, πατριωτικών και αντιμνημονιακών δυνάμεων και μιας αντίστοιχης λαϊκής κυβέρνησης.
Ένα ερώτημα με 3 + 1 διαστάσεις
Το ερώτημα που τίθεται για συζήτηση έχει 3 + 1 διαστάσεις και θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: Είναι
άλλη η «αρχιτεκτονική» της ευρωζώνης και άλλη της ΕΕ; Μπορεί να υπάρχει
ρήξη με την ευρωζώνη και όχι με την ΕΕ; Υπάρχουν στάδια στη διαδικασίας
ρήξης; Με ποιες προϋποθέσεις θα είναι νικηφόρα η ρήξη και σε ποια προοπτική;
Α) Η αρχιτεκτονική της ΟΝΕ και της ΕΕ, στηρίζεται στις ίδιες αρχές και χρησιμοποιεί τα ίδια υλικά.
Δεν έχει ως βάση την ισότιμη συνεργασία και τη σύγκλιση των οικονομιών,
αλλά έχει ως βάση την ισχύ και τον ανταγωνισμό, ενώ χρησιμοποιεί
ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που εντείνουν την άνιση κατανομή του
εισοδήματος σε βάρος της μισθωτής εργασίας και των λαϊκών στρωμάτων,
στην αποδιάρθρωση του λεγόμενου κοινωνικούς κράτους, κά.
Το μόνο στοιχείο που διαφοροποιεί την ΟΝΕ από την ΕΕ, είναι ότι το υπερεθνικό δεσμευτικό πλαίσιο και οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί επιβολής και ελέγχου, είναι πολύ πιο αυστηροί στην Ευρωζώνη,
οι οποίοι σε συνθήκες Μνημονίων, αποκτούν καταπιεστικό-καταθλιπτικό
χαρακτήρα και δεν αφήνουν σχεδόν κανένα βαθμό ελευθερίας για επιλογές
από τις εθνικές κυβερνήσεις. Επίσημα πλέον, η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε χώρα μειωμένης εθνικής κυριαρχίας.
Ακριβώς
στη βάση αυτού του γεγονότος, οι οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις
που γεννιούνται έχουν πιο οξυμένο χαρακτήρα, τις οποίες βιώνουμε πιο
έντονα σε σχέση με το παρελθόν (πριν την ένταξη στην ευρωζώνη) και η
επίλυση τους προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη για την επιβίωση του λαού.
Β) Έχοντας ως αφετηρία ανάλυσης τη θεωρία περί «ασθενούς κρίκου»,
το σπάσιμο της αλυσίδας στον αδύνατο κρίκο της ευρωζώνης, μπορεί να
ανοίξει δρόμους σε «ιστορικά γεγονότα», τα οποία μπορεί να διευκολύνουν
ανατροπές με ορίζοντα το σοσιαλισμό. Αυτή είναι μια συμπυκνωμένη θεώρηση της σχέσης μεταξύ «στρατηγικής και ταχτικής».
Ωστόσο
στη ζωή, μπορεί να μας προκύψει ρήξη με την ΟΝΕ χωρίς απαραίτητα να
συνοδευτεί από ρήξη με την ΕΕ, όπως επίσης μπορεί να έχουμε ρήξη με την
ΕΕ, χωρίς απαραίτητα να έχουμε και ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα. Η
περίπτωση εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ είναι χαρακτηριστική. Η
ριζοσπαστική Αριστερά, χωρίς να παραμένει αδιάφορη σε μια τέτοια
εξέλιξη, δεν έχει προφανώς στόχο απλώς τη ρήξη με την ΟΝΕ και την
παραμονή στην ΕΕ, αλλά ως αναγκαίο βήμα στην πορεία εξόδου από την ΕΕ. Δηλαδή στόχος δεν είναι το «brexit» αλλά «lexit».!!
Με
άλλα λόγια, στόχος της εξόδου από την ΟΝΕ και την ΕΕ, είναι βήματα προς
την κατεύθυνση υπέρβασης του καπιταλισμού και μετάβασης στο σοσιαλισμό.
Και παραπέρα η μετάβαση στο σοσιαλισμό. Αλλά ακόμα κι αυτή η μετάβαση
στο σοσιαλισμό, δεν είναι παρά η πρώτη φάση μετάβασης προς μια ανώτερη
κοινωνία, την κομμουνιστική. Αυτό σημαίνει ότι η ρήξη με την ΟΝΕ, η ρήξη
με την ΕΕ, η ρήξη με τον καπιταλισμό, δεν είναι ένα θατρικό
«μονόπρακτο», αλλά μια «παράσταση με πολλές πράξεις», μια αλυσίδα
αλλεπάλληλων ανατροπών, όχι απαραίτητα με σταθμούς και στάδια μακράς
διάρκειας (οι αντικειμενικές συνθήκες για σοσιαλιστικούς
μετασχηματισμούς είναι ώριμες), αλλά μια «αλληλουχία ανατροπών» (ένα
«ενιαίο επαναστατικό προτσές» που θα λέγαμε στην παραδοσιακή ορολογία
του αριστερού κινήματος), η επιτυχία των οποίων εξαρτάται κυρίως από
υποκειμενικούς παράγοντας (συσχετισμούς κοινωνικών και πολιτικών
δυνάμεων).
Γ) Στη ρήξη με ΟΝΕ και ΕΕ, υπάρχουν πρόσθετοι λόγοι που θέτουν σε προτεραιότητα τη ρήξη με την Ευρωζώνη.
Αυτή η ρήξη από πρακτική άποψη, μπορεί να γίνει σε σύντομο χρονικό
διάστημα (μερικών εβδομάδων), ενώ η ρήξη με την ΕΕ, θα απαιτήσει
πρακτικά 2-3 χρόνια (ενεργοποίηση άρθρου 50, διαπραγματεύσεις κλπ).
Ένα άλλο στοιχείο, που μπορεί να ισχυροποιήσει τις λαϊκές αντιστάσεις, απέναντι στις πιέσεις εγχώριων και ξένων κέντρων, είναι η προσφυγή σε δημοψήφισμα για την αποδέσμευση από την ΕΕ. Ορισμένοι
βλέπουν σε αυτήν την θέση επιφυλάξεις και την ερμηνεύουν ως εκδήλωση
ταλάντευσης και έλλειμμα αποφασιστικότητας εξόδου.
Ωστόσο πρόκειται για κίνηση τακτικής («πόλεμος θέσεων» που θάλεγε ο Γκράμσι),
δεδομένου ότι και η Βουλή μπορεί να αποφασίσει αποδέσμευση, όπως είχε
αποφασίσει αντίστοιχα την ένταξη. Ωστόσο λαμβάνοντας υπ’ όψη την
εμπειρία του brexit,
η προσφυγή στο δημοψήφισμα διευκόλυνε στη συγκεκριμένη περίπτωση την
αποδέσμευση από την ΕΕ, παρ’ ότι η πλειοψηφία στο Βρετανικό Κοινοβούλιο
ήταν υπέρ του remain.
Από την άλλη η ύπαρξη ισχυρής πλειοψηφίας στο λαό, ισχυροποιεί πολιτικά
και ψυχολογικά την αποδοχή της αποδέσμευσης και στήριξης της από το
λαό.
Κατά συνέπεια η διαφορά προτεραιότητα στη ρήξη μεταξύ ΟΝΕ και ΕΕ, είναι για τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς, κυρίως θέμα τακτικής και όχι στρατηγικής.
Η εφαρμογή του «μεταβατικού προγράμματος» που έρχεται σε ρήξη με τους
«πυλώνες» της ευρωζώνης (ΕΚΤ, ΣΣΑ, ΕΜΣ, Τραπεζική Ενοποίηση κά) και
οδηγεί στο Εθνικό Νόμισμα, στην κατάργηση της Λιτότητας, στη διαγραφή
Χρέους, εθνικοποίηση των τραπεζών κά, έρχεται σε άμεση αντίθεση με τις
πολιτικές της ΕΕ που εκφράζονται στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο, στους
κανόνες ανταγωνισμού, στην ΚΑΠ, στις ρυθμίσεις της ενιαίας εσωτερικής
αγοράς, στο Κοινό Εξωτερικό Δασμολόγιο κά.
Συνεπώς
αργά ή γρήγορα, με την έξοδο από την ευρωζώνη (ΟΝΕ) θα τεθεί επιτακτικά
η ρήξη με τις υπερεθνικές δεσμεύσεις της ΕΕ. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι
για κάποιο λόγο, ετίθετο θέμα άμεσης αποδέσμευσης από την ΕΕ, αυτή θα ξεκινούσε «ντε φάκτο» με την ακύρωση των δεσμεύσεων που απορρέουν από την ευρωζώνη, ενώ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θα γινόταν η ολοκλήρωση της αποδέσμευσης από την ΕΕ.
Κατά
συνέπεια η προσπάθεια πολιτικής οριοθέτησης των δυνάμεων της Αριστεράς,
με βάση την προτεραιότητα εξόδου από την ΟΝΕ και την ΕΕ, αν δεν είναι
έλλειμμα θεώρησης, αποτελεί πρακτικά μια υπεκφυγή στην αναγκαιότητα της
πολιτικής συμπόρευσης για την ανατροπή των Μνημονιακών πολιτικών και την
αντικαπιταλιστική διέξοδο από την κρίση.
Ειδικότερα
σε ότι αφορά το ΚΚΕ, ενώ παλαιότερα σήκωνε τη σημαία της αποδέσμευσης
από την ΕΕ, ως στοιχείο οριοθέτησης απέναντι σε άλλες δυνάμεις της
Αριστεράς, σήμερα εκτός από την πλήρη υποτίμηση του ρόλου του ευρώ (το αντιλαμβάνεται ως απλό μέσο συναλλαγής και όχι πολιτικό «σχέδιο» που εξυπηρετεί κυρίως τη Γερμανία)
…..πετάει πιο μακριά την μπάλα, θέτοντας ως άμεσο στόχο το πέρασμα στο
σοσιαλισμό, με πρότυπο μάλιστα το σοσιαλισμό της ΕΣΣΔ της περιόδου
Στάλιν.!
Δ) Όσον
αφορά στο ερώτημα, κατά πόσο είναι εφικτή σήμερα η δημιουργία Μετώπου
αριστερών, αντιμνημονιακών, ριζοσπαστικών και πατριωτικών δυνάμεων, ώστε να ανοίξει ο δρόμος της αντικαπιταλιστικής εξόδου από την κρίση με ορίζοντα τη σοσιαλιστική προοπτική, υπάρχουν «εν δυνάμει» δύο ειδών δυσκολίες. Η πρώτη, αφορά την επιδίωξη δημιουργίας «Μετώπου… για το Μέτωπο» και η δεύτερη, την «άρνηση του Μετώπου στο όνομα των δυσκολιών». Η υπέρβαση και των δύο δυσκολιών, απαιτεί διαλεκτική κατανόηση του ρόλου του «Μετώπου», σχετικά με το χαρακτήρα, τη μορφή και την προοπτική του.
Αν στη συγκρότηση του Μετώπου, κυρίαρχο στοιχείο είναι η προώθηση τακτικών στόχων, τότε θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για εκλογικό «Μέτωπο», στη λογική… «χτυπάμε από κοινού και βαδίζουμε χώρια»!. Ένα
τέτοιο «Μέτωπο» στις σημερινές συνθήκες, θα μπορούσε να συγκροτηθεί από
αντιμνημονιακές δυνάμεις ευρέως φάσματος, με στόχο την ανατροπή των
Μνημονίων, τη διαγραφή του χρέους, τη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα, κ.ά.
Αν
όμως επιδίωξη έχει την προώθηση στρατηγικών στόχων, τότε απαιτείται
προγραμματική σύγκλιση και δημιουργία μετωπικής οργανωτικής δομής. Η δημιουργίας ενός «Αριστερού Βήματος Διαλόγου και κοινής δράσης»,
θα ήταν ίσως σημαντικό βήμα στην αναζήτηση κοινών σημείων στρατηγικής
σύγκλισης και προσδιορισμού των οργανωτικών πλαισίων λειτουργίας του
Μετώπου. Αυτό το βήμα θα μπορούσε αρχικά να ξεκινήσει με πρωτοβουλία των δύο χώρων: ΛΑΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ και να ακολουθήσουν άλλοι.!!
Σε κάθε περίπτωση, ο σεβασμός των δεσμεύσεων και η ισότιμη κατανομή των όποιων «ωφελειών» της συνεργασίας,
αποτελεί στοιχείο φερεγγυότητας του «Μετώπου», είτε αυτό έχει εκλογικό,
είτε στρατηγικό χαρακτήρα. Το «ισότιμο» δεν σημαίνει «ισοδύναμο», αλλά
λαμβάνει υπ’ όψη τη συνεισφορά του καθενός στην κοινή προσπάθεια.
Ασφαλώς ένα «Μέτωπο», μπορεί να ξεκινήσει ως εκλογικό και στην πορεία να
μετεξελιχθεί σε προγραμματικό-στρατηγικό, εφόσον φυσικά δημιουργηθούν
οι προϋποθέσεις.
πηγή: iskra.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου