Φεύγοντας από την ανούσια λασπομαχία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τη ΝΔ και το
ΠΑΣΟΚ, απ’ αφορμή το σκάνδαλο Novartis, λασπομαχία που δεν πρόκειται να
οδηγήσει πουθενά, γιατί αποσκοπεί μόνο στην αποκόμιση πολιτικής
υπεραξίας, ας δούμε μερικά πραγματικά στοιχεία για τη φαρμακευτική
δαπάνη και την εξέλιξή της τα τελευταία χρόνια.
Από παλιά έχει αναπτυχθεί και στηρίζεται απ’ όλες τις κυβερνήσεις η θεωρία ότι στην Ελλάδα υπάρχει υπερκατανάλωση φαρμάκων. Αυτό έγινε για να δικαιολογηθεί η υψηλή δημόσια δαπάνη που το 2009 είχε ανέλθει στα 4,8 δισ. ευρώ. Πριν από πολλά χρόνια είχαμε αποδείξει με στοιχεία ότι αυτός ο ισχυρισμός είναι ψέμα και πως η υψηλή δημόσια δαπάνη οφειλόταν στο «πάρτι» που είχαν στήσει με τις πολύ υψηλές τιμές οι εταιρίες που εισήγαγαν φάρμακα. Το «πάρτι» είχε στηθεί από τις φαρμακευτικές εταιρίες χάρις στην τιμολογιακή πολιτική που ασκούσαν οι κυβερνήσεις, καθώς προβλέπονταν μεγαλύτερα ποσοστά κέρδους για τα εισαγόμενα φάρμακα.
Με την περιβόητη πολυφαρμακία είχε ασχοληθεί και το ΙΟΒΕ (Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, που υπάγεται στον ΣΕΒ), που το 1996 είχε εκπονήσει μια μελέτη για το φάρμακο. Σύμφωνα μ’ αυτή τη μελέτη:
♦ Δεν είχε υπάρξει καμία υπερκατανάλωση φαρμάκων, δεδομένου ότι η μέση ετήσια αύξηση της κατανάλωσης ήταν μόνο 2,84%. Συγκριτικά, η Ελλάδα είχε πέσει από την 11η στη 14η θέση σε κατά κεφαλήν κατανάλωση φαρμάκων στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
♦ Δεν υπήρξε υπερσυνταγογράφηση, δεδομένου ότι ο αριθμός συνταγών ανά ασθενή σημείωσε μικρή κάμψη.
♦ Η φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε με δεκαπλάσιο ρυθμό σε σχέση με την αύξηση της κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, η μέση ετήσια αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης ήταν 28,58%, όταν η κατανάλωση αυξανόταν κατά 2,84%.
Αυτές οι αποκαλύψεις της μελέτης του ΙΟΒΕ ενόχλησαν τότε τις κυβερνήσεις και τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις. Εκτοτε, το ΙΟΒΕ έπαψε να δίνει στις μελέτες του για το φάρμακο στοιχεία για τη συνολική κατανάλωση φαρμάκων και τον αριθμό συνταγών ανά ασθενή. Εδινε μόνο στοιχεία για τη δαπάνη από την κατανάλωση των φαρμάκων.
Το 1987, τα εγχωρίως παραγόμενα φάρμακα αποτελούσαν το 75% του συνόλου, ένα 7% παράγονταν έξω και συσκευάζονταν στην Ελλάδα και το 18% ήταν εισαγόμενα. Το 2003 οι όροι είχαν αντιστραφεί ως αποτέλεσμα της πολιτικής που ασκούνταν. Τα εισαγόμενα φάρμακα ανέρχονταν στο 70% και τα εγχωρίως παραγόμενα ήταν μόνο το 19%!
Οι κυβερνήσεις αξιοποίησαν τη θεωρία της υπερκατανάλωσης («πολυφαρμακία») και άρχισαν να βγάζουν φάρμακα από τη λίστα, προκειμένου να μην «επιβαρύνεται» το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία με τη δαπάνη αγοράς τους, αλλά αποκλειστικά οι εργαζόμενοι. Τα εισαγωγικά στη λέξη «επιβαρύνεται» μπήκαν για να υπενθυμίσουν ότι η εργατική τάξη, ως παραγωγός του πλούτου που καρπώνεται η αστική τάξη μέσω της υπεραξίας, δικαιούται δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (και όχι μόνο). Δημιούργησαν έτσι τα ΜΗΣΥΦΑ (Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα), τα οποία βγήκαν εκτός της Συνταγογραφούμενης Λίστας Φαρμάκων.
Η δαπάνη από την κατανάλωση αυτών των φαρμάκων βαραίνει αποκλειστικά την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους. Η «Λίστα» φτιάχτηκε αποκλειστικά για να μειωθεί δραστικά η λεγόμενη δημόσια δαπάνη. Δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία για τη δαπάνη των ΜΗΣΥΦΑ, ούτε από δημόσιες υπηρεσίες ούτε από τις κλαδικές μελέτες του ΙΟΒΕ για το φάρμακο, προφανώς για να μη γίνει φανερή η μεγάλη επιβάρυνση στο βαλάντιο των εργαζόμενων και των συνταξιούχων από την αγορά των ΜΗΣΥΦΑ.
Τα μόνα στοιχεία που υπάρχουν για την κατανάλωση φαρμάκων από εργαζόμενους και συνταξιούχους είναι αυτά που καταγράφουν τη συμμετοχή τους στην αγορά φαρμάκων της Συνταγογραφούμενης Λίστας. Αν είχαμε στοιχεία και από τη Λίστα ΜΗΣΥΦΑ, θα μπορούσαμε να δούμε διαχρονικά το μέγεθος της ληστείας που συντελέστηκε σε βάρος των εργαζόμενων και των συνταξιούχων. Επίσης, θα μπορούσαμε να αποδείξουμε ότι είναι κάλπικος ο ισχυρισμός (που προβάλλεται ακόμα και σήμερα) ότι στην Ελλάδα έχουμε υπερκατανάλωση φαρμάκων.
Η μείωση της λεγόμενης δημόσιας δαπάνης δεν προήλθε από κάποια ουσιαστική μείωση των τιμών των φαρμάκων, αλλά κυρίως από τη μεγάλη επιβάρυνση της λεγόμενης ιδιωτικής δαπάνης, δηλαδή της δαπάνης που πληρώνουν εργαζόμενοι και συνταξιούχοι. Με μια σύντομη επισκόπηση στις εγκεκριμμένες τιμές φαρμάκων, διαπιστώσαμε ότι είναι εξαιρετικά υψηλές οι τιμές των φαρμάκων πολλών εταιριών και όχι μόνο της NOVARTIS.
Οι Πίνακες που δημοσιεύουμε χρησιμοποιούν στοιχεία από τη Μελέτη του ΙΟΒΕ για το φάρμακο το 2017. Τα στοιχεία αυτά αφορούν αποκλειστικά την αγορά φαρμάκων της Συνταγογραφούμενης Λίστας και όχι την αγορά των φαρμάκων συνολικά. Διευκρινίζουμε ότι στον Πίνακα 1 δεν υπάρχουν στοιχεία για τη συμμετοχή των ασφαλισμένων τα έτη 2009, 2010 και 2011, γιατί δεν υπήρχαν στη μελέτη του ΙΟΒΕ.
Οι βασικές διαπιστώσεις είναι:
♦ Στη δημόσια δαπάνη για την αγορά φαρμάκων της Συνταγογραφούμενης Λίστας συμπεριλαμβάνεται και η συμμετοχή των εργαζόμενων και συνταξιούχων.
♦ Η δημόσια δαπάνη, από 4,8 δισ. ευρώ το 2009 πέφτει στα 2 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015. Από αυτά τα 2 δισ. ευρώ τα 0,7 δισ. είναι συμμετοχή εργαζόμενων και συνταξιούχων.
♦ Η ετήσια δημόσια δαπάνη για την ατομική κατανάλωση, από 430 ευρώ το 2009 έπεσε στα 181 ευρώ το 2015. Οπως προαναφέρθηκε, στη δαπάνη αυτή δε συμπεριλαμβάνεται η δαπάνη για την κατανάλωση φαρμάκων της Λίστας των ΜΗΣΥΦΑ.
Η πτώση αυτή είναι τεράστια. Οπως διαπιστώνουμε από τον Πίνακα 2, η Ελλάδα βρίσκεται στη 15η θέση των 22 κρατών της ΕΕ. Με 181 ευρώ κατά κεφαλήν δημόσια δαπάνη, είναι πολύ κάτω από τον ευρωενωσίτικο μέσο όρο (292 ευρώ). Κατά τα άλλα, έχουμε… υπερκατανάλωση φαρμάκων!
Η «πολυφαρμακία», λοιπόν, εξακολουθεί να είναι μεγάλο παραμύθι. Η μείωση της δημόσιας δαπάνης οφείλεται βασικά στη δημιουργία της Λίστας ΜΗΣΥΦΑ. Σύμφωνα με μελέτη της ΕΛΣΤΑΤ του 2014, που δημοσιοποιήθηκε στις 15 Ιούνη του 2016, οι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι που αγοράζουν ΜΗΣΥΦΑ, δηλαδή χωρίς συνταγή γιατρού, φτάνουν το 58% των εργαζόμενων και συνταξιούχων που αγοράζουν φάρμακα της Συνταγογραφούμενης Λίστας.
ΚΟΝΤΡΑ: ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟΥ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 10 ΜΑΡΤΗ
Από παλιά έχει αναπτυχθεί και στηρίζεται απ’ όλες τις κυβερνήσεις η θεωρία ότι στην Ελλάδα υπάρχει υπερκατανάλωση φαρμάκων. Αυτό έγινε για να δικαιολογηθεί η υψηλή δημόσια δαπάνη που το 2009 είχε ανέλθει στα 4,8 δισ. ευρώ. Πριν από πολλά χρόνια είχαμε αποδείξει με στοιχεία ότι αυτός ο ισχυρισμός είναι ψέμα και πως η υψηλή δημόσια δαπάνη οφειλόταν στο «πάρτι» που είχαν στήσει με τις πολύ υψηλές τιμές οι εταιρίες που εισήγαγαν φάρμακα. Το «πάρτι» είχε στηθεί από τις φαρμακευτικές εταιρίες χάρις στην τιμολογιακή πολιτική που ασκούσαν οι κυβερνήσεις, καθώς προβλέπονταν μεγαλύτερα ποσοστά κέρδους για τα εισαγόμενα φάρμακα.
Με την περιβόητη πολυφαρμακία είχε ασχοληθεί και το ΙΟΒΕ (Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, που υπάγεται στον ΣΕΒ), που το 1996 είχε εκπονήσει μια μελέτη για το φάρμακο. Σύμφωνα μ’ αυτή τη μελέτη:
♦ Δεν είχε υπάρξει καμία υπερκατανάλωση φαρμάκων, δεδομένου ότι η μέση ετήσια αύξηση της κατανάλωσης ήταν μόνο 2,84%. Συγκριτικά, η Ελλάδα είχε πέσει από την 11η στη 14η θέση σε κατά κεφαλήν κατανάλωση φαρμάκων στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
♦ Δεν υπήρξε υπερσυνταγογράφηση, δεδομένου ότι ο αριθμός συνταγών ανά ασθενή σημείωσε μικρή κάμψη.
♦ Η φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε με δεκαπλάσιο ρυθμό σε σχέση με την αύξηση της κατανάλωσης. Συγκεκριμένα, η μέση ετήσια αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης ήταν 28,58%, όταν η κατανάλωση αυξανόταν κατά 2,84%.
Αυτές οι αποκαλύψεις της μελέτης του ΙΟΒΕ ενόχλησαν τότε τις κυβερνήσεις και τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις. Εκτοτε, το ΙΟΒΕ έπαψε να δίνει στις μελέτες του για το φάρμακο στοιχεία για τη συνολική κατανάλωση φαρμάκων και τον αριθμό συνταγών ανά ασθενή. Εδινε μόνο στοιχεία για τη δαπάνη από την κατανάλωση των φαρμάκων.
Το 1987, τα εγχωρίως παραγόμενα φάρμακα αποτελούσαν το 75% του συνόλου, ένα 7% παράγονταν έξω και συσκευάζονταν στην Ελλάδα και το 18% ήταν εισαγόμενα. Το 2003 οι όροι είχαν αντιστραφεί ως αποτέλεσμα της πολιτικής που ασκούνταν. Τα εισαγόμενα φάρμακα ανέρχονταν στο 70% και τα εγχωρίως παραγόμενα ήταν μόνο το 19%!
Οι κυβερνήσεις αξιοποίησαν τη θεωρία της υπερκατανάλωσης («πολυφαρμακία») και άρχισαν να βγάζουν φάρμακα από τη λίστα, προκειμένου να μην «επιβαρύνεται» το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία με τη δαπάνη αγοράς τους, αλλά αποκλειστικά οι εργαζόμενοι. Τα εισαγωγικά στη λέξη «επιβαρύνεται» μπήκαν για να υπενθυμίσουν ότι η εργατική τάξη, ως παραγωγός του πλούτου που καρπώνεται η αστική τάξη μέσω της υπεραξίας, δικαιούται δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (και όχι μόνο). Δημιούργησαν έτσι τα ΜΗΣΥΦΑ (Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα), τα οποία βγήκαν εκτός της Συνταγογραφούμενης Λίστας Φαρμάκων.
Η δαπάνη από την κατανάλωση αυτών των φαρμάκων βαραίνει αποκλειστικά την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους. Η «Λίστα» φτιάχτηκε αποκλειστικά για να μειωθεί δραστικά η λεγόμενη δημόσια δαπάνη. Δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία για τη δαπάνη των ΜΗΣΥΦΑ, ούτε από δημόσιες υπηρεσίες ούτε από τις κλαδικές μελέτες του ΙΟΒΕ για το φάρμακο, προφανώς για να μη γίνει φανερή η μεγάλη επιβάρυνση στο βαλάντιο των εργαζόμενων και των συνταξιούχων από την αγορά των ΜΗΣΥΦΑ.
Τα μόνα στοιχεία που υπάρχουν για την κατανάλωση φαρμάκων από εργαζόμενους και συνταξιούχους είναι αυτά που καταγράφουν τη συμμετοχή τους στην αγορά φαρμάκων της Συνταγογραφούμενης Λίστας. Αν είχαμε στοιχεία και από τη Λίστα ΜΗΣΥΦΑ, θα μπορούσαμε να δούμε διαχρονικά το μέγεθος της ληστείας που συντελέστηκε σε βάρος των εργαζόμενων και των συνταξιούχων. Επίσης, θα μπορούσαμε να αποδείξουμε ότι είναι κάλπικος ο ισχυρισμός (που προβάλλεται ακόμα και σήμερα) ότι στην Ελλάδα έχουμε υπερκατανάλωση φαρμάκων.
Η μείωση της λεγόμενης δημόσιας δαπάνης δεν προήλθε από κάποια ουσιαστική μείωση των τιμών των φαρμάκων, αλλά κυρίως από τη μεγάλη επιβάρυνση της λεγόμενης ιδιωτικής δαπάνης, δηλαδή της δαπάνης που πληρώνουν εργαζόμενοι και συνταξιούχοι. Με μια σύντομη επισκόπηση στις εγκεκριμμένες τιμές φαρμάκων, διαπιστώσαμε ότι είναι εξαιρετικά υψηλές οι τιμές των φαρμάκων πολλών εταιριών και όχι μόνο της NOVARTIS.
Οι Πίνακες που δημοσιεύουμε χρησιμοποιούν στοιχεία από τη Μελέτη του ΙΟΒΕ για το φάρμακο το 2017. Τα στοιχεία αυτά αφορούν αποκλειστικά την αγορά φαρμάκων της Συνταγογραφούμενης Λίστας και όχι την αγορά των φαρμάκων συνολικά. Διευκρινίζουμε ότι στον Πίνακα 1 δεν υπάρχουν στοιχεία για τη συμμετοχή των ασφαλισμένων τα έτη 2009, 2010 και 2011, γιατί δεν υπήρχαν στη μελέτη του ΙΟΒΕ.
Οι βασικές διαπιστώσεις είναι:
♦ Στη δημόσια δαπάνη για την αγορά φαρμάκων της Συνταγογραφούμενης Λίστας συμπεριλαμβάνεται και η συμμετοχή των εργαζόμενων και συνταξιούχων.
♦ Η δημόσια δαπάνη, από 4,8 δισ. ευρώ το 2009 πέφτει στα 2 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015. Από αυτά τα 2 δισ. ευρώ τα 0,7 δισ. είναι συμμετοχή εργαζόμενων και συνταξιούχων.
♦ Η ετήσια δημόσια δαπάνη για την ατομική κατανάλωση, από 430 ευρώ το 2009 έπεσε στα 181 ευρώ το 2015. Οπως προαναφέρθηκε, στη δαπάνη αυτή δε συμπεριλαμβάνεται η δαπάνη για την κατανάλωση φαρμάκων της Λίστας των ΜΗΣΥΦΑ.
Η πτώση αυτή είναι τεράστια. Οπως διαπιστώνουμε από τον Πίνακα 2, η Ελλάδα βρίσκεται στη 15η θέση των 22 κρατών της ΕΕ. Με 181 ευρώ κατά κεφαλήν δημόσια δαπάνη, είναι πολύ κάτω από τον ευρωενωσίτικο μέσο όρο (292 ευρώ). Κατά τα άλλα, έχουμε… υπερκατανάλωση φαρμάκων!
Η «πολυφαρμακία», λοιπόν, εξακολουθεί να είναι μεγάλο παραμύθι. Η μείωση της δημόσιας δαπάνης οφείλεται βασικά στη δημιουργία της Λίστας ΜΗΣΥΦΑ. Σύμφωνα με μελέτη της ΕΛΣΤΑΤ του 2014, που δημοσιοποιήθηκε στις 15 Ιούνη του 2016, οι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι που αγοράζουν ΜΗΣΥΦΑ, δηλαδή χωρίς συνταγή γιατρού, φτάνουν το 58% των εργαζόμενων και συνταξιούχων που αγοράζουν φάρμακα της Συνταγογραφούμενης Λίστας.
ΚΟΝΤΡΑ: ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟΥ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 10 ΜΑΡΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου