Στόχος η αντεπίθεση, να μπει ένα τέρμα στην ηττοπάθεια και τις υποχωρήσεις απέναντι στην κυβέρνηση και τους δανειστές
Ενώ τα 140 προαπαιτούμενα οδεύουν προς ψήφιση στην Βουλή, η απεργία που προκήρυξε η ΓΣΕΕ αποτελεί στην συγκεκριμένη φάση ένα στοίχημα για το συνδικαλιστικό κίνημα. Η απεργία ή θα είναι η απαρχή μιας νέας αντεπίθεσης του εργατικού κινήματος που θα βάλει τέλος σε μια μακρά περίοδο κάμψης και οπισθοχώρησης, ή απλώς θα είναι και πάλι …μια από τα ίδια.
Κυβέρνηση και δανειστές αξιοποιώντας την ανυπαρξία συντονισμένων εργατικών αγώνων, τον κατακερματισμό και την διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και την απογοήτευση που καλλιεργεί σε πλατιές εργατικές μάζες η διάψευση των πολιτικών προσδοκιών από την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, περνούν μέτρα που ούτε θα μπορούσαν να φανταστούν με κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Εξ ου και τα συγχαρητήρια του Σόιμπλε και των «θεσμών».
Και πώς να μην πανηγυρίζουν, όταν ο εργασιακός μεσαίωνας είναι πια κανονικότητα;.
Όταν προωθείται η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας;
Όταν υπάρχουν 600.000 εργαζόμενοι που επισήμως απασχολούνται με μισθούς πείνας κάτω από 400 ευρώ;
Όταν το 55% των νέων προσλήψεων είναι συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης; Όταν υπάρχει η αθλιότητα των «υπο-κατώτατων» συμβάσεων για τη νεολαία;
Όταν το μόνο που κάνουν για την ανεργία είναι η …ανακύκλωση της;
Όταν, ακόμα και η πολυδιαφημισμένη επιστροφή στη κανονικότητα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας προσαρμόζεται στις μνημονιακές δεσμεύσεις που προϋποθέτουν ότι η υπάρχουσα νομοθεσία θα μείνει σε ισχύ μέχρι το τέλος του χρηματοδοτικού προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας. Αλλά και μετά από αυτό για να ισχύσει η επεκτασιμότητα και να γίνουν υποχρεωτικές για τους εργοδότες οι συμβάσεις τίθενται κάποιες απίθανες προϋποθέσεις που στην ουσία αφήνουν το ίδιο καθεστώς.
Μάλιστα, για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα των εργοδοτών να μην προσέρχονται στην διαιτησία, πράγμα που θα κάνει μη υποχρεωτική την εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να παραδώσει στους θεσμούς, μέχρι το Δεκέμβριο του 2017, ανεξάρτητη νομική μελέτη για το ρόλο της Διαιτησίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Αυτό δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα περισσότερο από το ότι αναζητείται από τους δανειστές εκείνη η νομική βάση για να μην υπάρχει μονομερής προσφυγή από τους εργαζόμενους στην διαιτησία, καθώς οι εργοδότες δεν θα υποχρεούνται να συμμετέχουν. Έτσι καταργούν τη δυνατότητας έκδοσης διαιτητικών αποφάσεων μέσω ΟΜΕΔ, αφού οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα αρνούνται να υπογράψουν ΣΣΕ.
Η συμφωνία προβλέπει ορισμένες πολύ ύπουλες παρεμβάσεις στον συνδικαλιστικό νόμο, όπως για παράδειγμα την «δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου των συνδικαλιστικών οργανώσεων». Αυτό άραγε αφορά μόνο τα σωματεία ή και τα μέλη τους; Μήπως είναι απλώς φακέλωμα προς χρήση των επιχειρήσεων;
Ακόμα, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε γι’ αυτό που δεκαετίες τώρα οι απανταχού νεοφιλελεύθεροι ζητούν: Την απόφαση για απεργία να την παίρνει το 50% των εγγεγραμμένων μελών στα πρωτοβάθμια σωματεία. Αυτό πρακτικά σημαίνει την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας!
Συνέχεια όλων αυτών είναι οι ομαδικές απολύσεις και το λοκ άουτ, ενώ κυβέρνηση και δανειστές προσπαθούν να χρυσώσουν το χάπι πετώντας το μπαλάκι των αποφάσεων σε κάποια δήθεν ανεξάρτητη επιτροπή που θα αποφασίζει, και η οποία θα αποτελείται από κάποιους απροσδιόριστους «ανεξάρτητους» εκπροσώπους των παραγωγικών τάξεων, δικαστών και άλλων. Εύκολα μπορεί κανείς να υποθέσει ποιά πλευρά θα πλειοψηφεί στο 99,9% των περιπτώσεων…
Όμως ακόμα και αυτό το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας, όπως το ονομάζουν, θα εξετάζει εκ των υστέρων μόνο την τυπική νομιμότητα και όχι τις όποιες συνέπειες για τους εργαζόμενους, αφού θα έχει καταργηθεί το υπουργικό βέτο. Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να απολύουν μαζικά εργαζόμενους ελεύθερα και χωρίς καμία προέγκριση.
Τέλος με την συμφωνία ανοίγει ο δρόμος για το κτύπημα των συνδικαλιστικών ελευθέριων και δικαιωμάτων αφού η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να «εκσυγχρονίσει» τον ν.1264 με αιχμή την συνδικαλιστική προστασία από απολύσεις και τις συνδικαλιστικές άδειες.
Δείχνουν άραγε ανοχή οι εργαζόμενοι στην κυβέρνηση στην παραπάνω πραγματικότητα όπως με περίσσιο θράσος υποστηρίζει ο Α. Τσίπρας; Είναι τα μέτρα «ισορροπημένα και ουδέτερα»;
Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «Όχι»!
Οι εργαζόμενοι γνωρίζουν πολύ καλύτερα από τον καθένα ότι τα μέτρα αυτά στην πραγματικότητα έρχονται να ολοκληρώσουν μια προδιαγεγραμμένη πορεία που είχε στόχο την ολοκληρωτική ισοπέδωση αναγκών και δικαιωμάτων για να αναταχτεί η κερδοφορία του κεφαλαίου και την οποία ξεκίνησε ο Γ. Παπανδρέου. Οι Σαμαράς-Βενιζέλος τη συνέχισαν, κάνοντας την πιο βρώμικη δουλειά, και τώρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ έρχεται να ολοκληρώσει βάζοντας τις τελευταίες πινελιές. Συνεπώς εκείνα τα επιχειρήματα που ακούγονται από κυβερνητικούς βουλευτές στα παράθυρα ότι η ΝΔ – ΠΑΣΟΚ ευθύνονται για το 80% της ισοπέδωσης ενώ εμείς μόνο.. για το 20% μόνο αισθήματα οργής μπορούν να προκαλέσουν στους εργαζόμενους
Στόχος τους είναι να παρθούν πίσω και οι τελευταίες κατακτήσεις του εργατικού κινήματος αφού εμποδίζουν την «άνεργη» ανάπτυξη τους, χωρίς να ανοίξει «ρουθούνι».
Πως τα κατάφεραν αυτά;
Απλούστατα, δια της συκοφάντησης του ρόλου αλλά και του οράματος της Αριστεράς!
Γιατί είτε το θέλουμε είτε όχι οι ταξικοί αγώνες έχουν δυναμική και μαζικότητα στο βαθμό που συνδέονται και με άμεσες πολιτικές απαντήσεις για το σήμερα αλλά και το αύριο των εργαζόμενων. Μια μικρή ανάδρομη στην ιστορία των ταξικών αγώνων στην μεταπολίτευση αρκεί για να κατανοηθεί η παραπάνω εκτίμηση.
Η στρατηγική συνεπώς του κεφαλαίου φαίνεται ότι υλοποιείται ολοκληρωτικά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τα τελευταία μέτρα που θα ψηφιστούν στην Βουλή.
Με αυτά εκπληρώνεται μεγάλο μέρος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που στόχευαν να πάρουν οι καπιταλιστές πίσω, καταρχήν όσα υποχρεώθηκαν να παραχωρήσουν στους εργαζόμενους κάτω από την πίεση της ταξικής πάλης.
Να αποδυναμώσουν, εκμηδενίσουν τελικά, το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, να μετατρέψουν την εργατική τάξη σε μια κατακερματισμένη ασπόνδυλη μάζα χωρίς καμία δυνατότητα αντίδρασης.
Απέναντι στην στρατηγική του κεφαλαίου είναι σαφές το έλλειμμα μιας άλλης στρατηγικής, που όχι μόνο θα απαντά επιβραδύνοντας τη χειροτέρευση αλλά θα περάσει στην αντεπίθεση.
Σε αυτό θα κριθούν όλες οι ταξικές πρωτοπορίες αλλά και οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής Αριστεράς.
Για τον λόγο αυτό, η απεργία στις 17/5 πρέπει να είναι μια πρώτη απόπειρα αναστροφής της κατάστασης. Σε αυτή την κατεύθυνση όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Πανελλαδικής Ανεξάρτητης Ταξικής Εργατικής Κίνησης, χρειάζεται:
«Να συσπειρωθούμε στα σωματεία, να συζητήσουμε συλλογικά, να πάρουμε την οργάνωση του αγώνα στις δικές μας πλάτες. Η ΓΣΕΕ, η συνομιλήτρια του ΣΕΒ, της κυβέρνησης και του ΔΝΤ, ανήκει στο στρατόπεδο του “ναι”, δε μπορεί ούτε να εκπροσωπήσει ούτε να αναλάβει τον αγώνα των εργατών.
Χρειάζεται τώρα να ενισχυθεί η ταξική αγωνιστική ενότητα, η ταξική ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος από το κράτος και την εργοδοσία. Να συγκρουστούμε με την γραφειοκρατία, να υπερβούμε τον κομματικό συνδικαλισμό.
Οι εργαζόμενοι και οι δυνάμεις που θέλουμε να αγωνιστούμε και να διεκδικήσουμε, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε πολυδιασπασμένα και σε μοναχικούς δρόμους, με ξεχωριστά αιτήματα, συγκεντρώσεις και σχεδιασμούς, χωρίς κοινή δράση, παρά τις διαφορές μας.
Τώρα είναι ανάγκη περισσότερο από ποτέ να χτίσουμε ένα ανεξάρτητο, μαζικό, αγωνιστικό Εργατικό Μέτωπο Ανατροπής κι Αντεπίθεσης, που θα συγκρουστεί με την εργοδοσία στους χώρους δουλειάς, με την πολιτική του κεφαλαίου και τους κάθε χρώματος εκπροσώπους της.
Ένα μέτωπο που θα ξεκινάει από τους χώρους δουλειάς με επιτροπές αγώνα, ταξικά σωματεία, με στόχο έναν ενιαίο ταξικό συντονισμό, όπου θα έχουμε τον πραγματικό λόγο οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Ένα μέτωπο που θα εκφράζει τα ταξικά μας συμφέροντα και θα τα παλέψει μέχρι τέλους»!
πηγή: kommon.gr
Ενώ τα 140 προαπαιτούμενα οδεύουν προς ψήφιση στην Βουλή, η απεργία που προκήρυξε η ΓΣΕΕ αποτελεί στην συγκεκριμένη φάση ένα στοίχημα για το συνδικαλιστικό κίνημα. Η απεργία ή θα είναι η απαρχή μιας νέας αντεπίθεσης του εργατικού κινήματος που θα βάλει τέλος σε μια μακρά περίοδο κάμψης και οπισθοχώρησης, ή απλώς θα είναι και πάλι …μια από τα ίδια.
Κυβέρνηση και δανειστές αξιοποιώντας την ανυπαρξία συντονισμένων εργατικών αγώνων, τον κατακερματισμό και την διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και την απογοήτευση που καλλιεργεί σε πλατιές εργατικές μάζες η διάψευση των πολιτικών προσδοκιών από την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, περνούν μέτρα που ούτε θα μπορούσαν να φανταστούν με κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Εξ ου και τα συγχαρητήρια του Σόιμπλε και των «θεσμών».
Και πώς να μην πανηγυρίζουν, όταν ο εργασιακός μεσαίωνας είναι πια κανονικότητα;.
Όταν προωθείται η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας;
Όταν υπάρχουν 600.000 εργαζόμενοι που επισήμως απασχολούνται με μισθούς πείνας κάτω από 400 ευρώ;
Όταν το 55% των νέων προσλήψεων είναι συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης; Όταν υπάρχει η αθλιότητα των «υπο-κατώτατων» συμβάσεων για τη νεολαία;
Όταν το μόνο που κάνουν για την ανεργία είναι η …ανακύκλωση της;
Όταν, ακόμα και η πολυδιαφημισμένη επιστροφή στη κανονικότητα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας προσαρμόζεται στις μνημονιακές δεσμεύσεις που προϋποθέτουν ότι η υπάρχουσα νομοθεσία θα μείνει σε ισχύ μέχρι το τέλος του χρηματοδοτικού προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας. Αλλά και μετά από αυτό για να ισχύσει η επεκτασιμότητα και να γίνουν υποχρεωτικές για τους εργοδότες οι συμβάσεις τίθενται κάποιες απίθανες προϋποθέσεις που στην ουσία αφήνουν το ίδιο καθεστώς.
Μάλιστα, για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα των εργοδοτών να μην προσέρχονται στην διαιτησία, πράγμα που θα κάνει μη υποχρεωτική την εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να παραδώσει στους θεσμούς, μέχρι το Δεκέμβριο του 2017, ανεξάρτητη νομική μελέτη για το ρόλο της Διαιτησίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Αυτό δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα περισσότερο από το ότι αναζητείται από τους δανειστές εκείνη η νομική βάση για να μην υπάρχει μονομερής προσφυγή από τους εργαζόμενους στην διαιτησία, καθώς οι εργοδότες δεν θα υποχρεούνται να συμμετέχουν. Έτσι καταργούν τη δυνατότητας έκδοσης διαιτητικών αποφάσεων μέσω ΟΜΕΔ, αφού οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα αρνούνται να υπογράψουν ΣΣΕ.
Η συμφωνία προβλέπει ορισμένες πολύ ύπουλες παρεμβάσεις στον συνδικαλιστικό νόμο, όπως για παράδειγμα την «δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου των συνδικαλιστικών οργανώσεων». Αυτό άραγε αφορά μόνο τα σωματεία ή και τα μέλη τους; Μήπως είναι απλώς φακέλωμα προς χρήση των επιχειρήσεων;
Ακόμα, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε γι’ αυτό που δεκαετίες τώρα οι απανταχού νεοφιλελεύθεροι ζητούν: Την απόφαση για απεργία να την παίρνει το 50% των εγγεγραμμένων μελών στα πρωτοβάθμια σωματεία. Αυτό πρακτικά σημαίνει την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας!
Συνέχεια όλων αυτών είναι οι ομαδικές απολύσεις και το λοκ άουτ, ενώ κυβέρνηση και δανειστές προσπαθούν να χρυσώσουν το χάπι πετώντας το μπαλάκι των αποφάσεων σε κάποια δήθεν ανεξάρτητη επιτροπή που θα αποφασίζει, και η οποία θα αποτελείται από κάποιους απροσδιόριστους «ανεξάρτητους» εκπροσώπους των παραγωγικών τάξεων, δικαστών και άλλων. Εύκολα μπορεί κανείς να υποθέσει ποιά πλευρά θα πλειοψηφεί στο 99,9% των περιπτώσεων…
Όμως ακόμα και αυτό το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας, όπως το ονομάζουν, θα εξετάζει εκ των υστέρων μόνο την τυπική νομιμότητα και όχι τις όποιες συνέπειες για τους εργαζόμενους, αφού θα έχει καταργηθεί το υπουργικό βέτο. Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να απολύουν μαζικά εργαζόμενους ελεύθερα και χωρίς καμία προέγκριση.
Τέλος με την συμφωνία ανοίγει ο δρόμος για το κτύπημα των συνδικαλιστικών ελευθέριων και δικαιωμάτων αφού η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να «εκσυγχρονίσει» τον ν.1264 με αιχμή την συνδικαλιστική προστασία από απολύσεις και τις συνδικαλιστικές άδειες.
Δείχνουν άραγε ανοχή οι εργαζόμενοι στην κυβέρνηση στην παραπάνω πραγματικότητα όπως με περίσσιο θράσος υποστηρίζει ο Α. Τσίπρας; Είναι τα μέτρα «ισορροπημένα και ουδέτερα»;
Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «Όχι»!
Οι εργαζόμενοι γνωρίζουν πολύ καλύτερα από τον καθένα ότι τα μέτρα αυτά στην πραγματικότητα έρχονται να ολοκληρώσουν μια προδιαγεγραμμένη πορεία που είχε στόχο την ολοκληρωτική ισοπέδωση αναγκών και δικαιωμάτων για να αναταχτεί η κερδοφορία του κεφαλαίου και την οποία ξεκίνησε ο Γ. Παπανδρέου. Οι Σαμαράς-Βενιζέλος τη συνέχισαν, κάνοντας την πιο βρώμικη δουλειά, και τώρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ έρχεται να ολοκληρώσει βάζοντας τις τελευταίες πινελιές. Συνεπώς εκείνα τα επιχειρήματα που ακούγονται από κυβερνητικούς βουλευτές στα παράθυρα ότι η ΝΔ – ΠΑΣΟΚ ευθύνονται για το 80% της ισοπέδωσης ενώ εμείς μόνο.. για το 20% μόνο αισθήματα οργής μπορούν να προκαλέσουν στους εργαζόμενους
Στόχος τους είναι να παρθούν πίσω και οι τελευταίες κατακτήσεις του εργατικού κινήματος αφού εμποδίζουν την «άνεργη» ανάπτυξη τους, χωρίς να ανοίξει «ρουθούνι».
Πως τα κατάφεραν αυτά;
Απλούστατα, δια της συκοφάντησης του ρόλου αλλά και του οράματος της Αριστεράς!
Γιατί είτε το θέλουμε είτε όχι οι ταξικοί αγώνες έχουν δυναμική και μαζικότητα στο βαθμό που συνδέονται και με άμεσες πολιτικές απαντήσεις για το σήμερα αλλά και το αύριο των εργαζόμενων. Μια μικρή ανάδρομη στην ιστορία των ταξικών αγώνων στην μεταπολίτευση αρκεί για να κατανοηθεί η παραπάνω εκτίμηση.
Η στρατηγική συνεπώς του κεφαλαίου φαίνεται ότι υλοποιείται ολοκληρωτικά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τα τελευταία μέτρα που θα ψηφιστούν στην Βουλή.
Με αυτά εκπληρώνεται μεγάλο μέρος των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που στόχευαν να πάρουν οι καπιταλιστές πίσω, καταρχήν όσα υποχρεώθηκαν να παραχωρήσουν στους εργαζόμενους κάτω από την πίεση της ταξικής πάλης.
Να αποδυναμώσουν, εκμηδενίσουν τελικά, το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, να μετατρέψουν την εργατική τάξη σε μια κατακερματισμένη ασπόνδυλη μάζα χωρίς καμία δυνατότητα αντίδρασης.
Απέναντι στην στρατηγική του κεφαλαίου είναι σαφές το έλλειμμα μιας άλλης στρατηγικής, που όχι μόνο θα απαντά επιβραδύνοντας τη χειροτέρευση αλλά θα περάσει στην αντεπίθεση.
Σε αυτό θα κριθούν όλες οι ταξικές πρωτοπορίες αλλά και οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής Αριστεράς.
Για τον λόγο αυτό, η απεργία στις 17/5 πρέπει να είναι μια πρώτη απόπειρα αναστροφής της κατάστασης. Σε αυτή την κατεύθυνση όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Πανελλαδικής Ανεξάρτητης Ταξικής Εργατικής Κίνησης, χρειάζεται:
«Να συσπειρωθούμε στα σωματεία, να συζητήσουμε συλλογικά, να πάρουμε την οργάνωση του αγώνα στις δικές μας πλάτες. Η ΓΣΕΕ, η συνομιλήτρια του ΣΕΒ, της κυβέρνησης και του ΔΝΤ, ανήκει στο στρατόπεδο του “ναι”, δε μπορεί ούτε να εκπροσωπήσει ούτε να αναλάβει τον αγώνα των εργατών.
Χρειάζεται τώρα να ενισχυθεί η ταξική αγωνιστική ενότητα, η ταξική ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος από το κράτος και την εργοδοσία. Να συγκρουστούμε με την γραφειοκρατία, να υπερβούμε τον κομματικό συνδικαλισμό.
Οι εργαζόμενοι και οι δυνάμεις που θέλουμε να αγωνιστούμε και να διεκδικήσουμε, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε πολυδιασπασμένα και σε μοναχικούς δρόμους, με ξεχωριστά αιτήματα, συγκεντρώσεις και σχεδιασμούς, χωρίς κοινή δράση, παρά τις διαφορές μας.
Τώρα είναι ανάγκη περισσότερο από ποτέ να χτίσουμε ένα ανεξάρτητο, μαζικό, αγωνιστικό Εργατικό Μέτωπο Ανατροπής κι Αντεπίθεσης, που θα συγκρουστεί με την εργοδοσία στους χώρους δουλειάς, με την πολιτική του κεφαλαίου και τους κάθε χρώματος εκπροσώπους της.
Ένα μέτωπο που θα ξεκινάει από τους χώρους δουλειάς με επιτροπές αγώνα, ταξικά σωματεία, με στόχο έναν ενιαίο ταξικό συντονισμό, όπου θα έχουμε τον πραγματικό λόγο οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Ένα μέτωπο που θα εκφράζει τα ταξικά μας συμφέροντα και θα τα παλέψει μέχρι τέλους»!
πηγή: kommon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου