Περνώ τώρα στο τρίτο, και τελευταίο, μέρος αυτού του γραφτού για τον
Βάρναλη – θα ακολουθήσουν εδώ, στον «Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας», και
άλλα γραφτά για τον Βάρναλη των δεκαετιών του ’50 και του ’60, αλλά και
όλων των χρόνων της ιστορικής του διαδρομής, όπως έχω ήδη σημειώσει.
«Στην δημοσιογραφία αυτή, που την τίμησε και
τιμήθηκε απ” αυτήν, ο Βάρναλης δούλεψε με αίσθημα ευθύνης, με εντιμότητα, με εκείνο το αλιγόστευτο πάθος για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Ο ίδιος τα φανερώνει τούτα με το ακόλουθο γράμμα που έστειλε το 1966 στην Ένωση Συντακτών (Αθηναϊκού Τύπου) όταν του απένειμε το Χρυσό Εύσημο Δημοσιογραφίας (βλ. Εφημ. «Το Βήμα», 16 Δεκεμβρίου 1974, γράμμα του Βάρναλη σταλμένο στην Ένωση Συνακτών, που μνημονεύει ο Γ. Καράντζας:
«Σας ευχαριστώ για την τιμητική διάκριση που μου απονείματε απόψε. Περηφανεύομαι γι” αυτό, αλλά πολύ περισσότερο που στα ωριμώτερα χρόνια της ζωής μου εθήτεψα στην Δημοσιογραφία ως μέλος της Ενώσεως Συντακτών.
Με την ευκαιρία αυτή μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως σε όλη μου την ζωή, του δασκάλου, του λογοτέχνη και του δημοσιογράφου ποτέ ούτε έκανα ούτε έγραψα τίποτα παρά την συνείδησή μου και εναντίον του λαού, εναντίον της Ελευθερίας και των ελευθεριών του».
Από το γραφτό του Τάσου Ζάππα για την δημοσιογραφική εργασία του Βάρναλη αποσπώ και τα παρακάτω, διαπιστωτικά μαζί και παροτρυντικά:
«Όμως μέσα σ” αυτούς τους τρεις τόμους (των Απάντων του) δεν μπορεί να λεχθεί ότι κλείνεται η σύνολη πνευματική προσφορά του, γιατί ο πολυγραφότατος Βάρναλης … έχει απλώσει την ανήσυχη σκέψη του, με την πάντα ακατάβλητη ζωτικότητά του, σε πλήθος έντυπα (εγκυκλοπαίδειες, λεξικά, περιοδικά, εφημερίδες). Και θα πρέπει, όσο είναι καιρός, να μαζωχτεί όλο αυτό το διάσπαρτο υλικό, (κι όχι μόνον αυτό που έγραψε αυτός, μα κι” εκείνο που γράψανε οι άλλοι γι” αυτόν), για να παραδοθεί στις γενιές που θα “ρθουν, αν όχι σε τόμους, που θα “τανε το σωστό … σαν συνέχεια των τριών τόμων των Απάντων που έχουμε, τουλάχιστον σαν μια ολοκληρωμένη κατά το δυνατόν και αναλυτική βιβλιογραφία. Έτσι που να γίνεται κατορθωτή η διερεύνηση και η μελέτη του όλου έργου του από αυτούς που θα θελήσουνε να εγκύψουν σ” αυτό.
Εύχεται κανείς να ολοκληρωθεί η εργασία που έχει αναλάβει το Γραμματολογικό Κέντρο (του Νέου Ελληνισμού) για την οποία μιλάει ο Γ. Βαλέτας («Νέα Εστία», Τεύχος 1163) και να καρποφορήσει ο πανελλήνιος διαγωνισμός που αποφάσισε στις 19 Δεκεμβρίου 1974 να προκηρύξει η Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την σύνταξη της βιβλιογραφίας Βάρναλη (βλ. Γ.Π. Σαββίδης, «Ένας δάσκαλος βαρβάτος», Εφημ. «Το Βήμα», 28 Δεκεμβρίου 1974), έτσι που να καλυφθεί το αισθητό, στο σημείο αυτό, κενό».
Από το ίδιο γραφτό του Τάσου Ζάππα και τα ακόλουθα, ενισχυτικά κι αυτά της απόψεώς μου ότι ο Κώστας Βάρναλης ήταν αληθινός ηγέτης του λαού – πνευματικός, κοινωνικός, πολιτικός ηγέτης – που χρησιμοποίησε σαν ταμπούρι της προσπάθειάς του, του αγώνα του, και την δημοσιογραφική έπαλξη.
«Ήτανε, βέβαια, ανάγκη βιοποριστική πρώτιστα που έσπρωξε τον Βάρναλη, πέρ” από την ποιητική δημιουργία, ν” ασχοληθεί με το καθημερινό τούτο είδος γραφής (το χρονογράφημα δηλαδή), το αναντίρρητα πολύ κουραστικό, που και ο ίδιος τ” ομολογεί όταν, μιλώντας για τον Κονδυλάκη, γράφει ότι «τον ξεζούμισε η καθημερινή ρουτινα της βιοποριστικής δουλειάς» (βλ. Κώστα Βάρναλη, «Απαντα Τόμος Γ” Αισθητικά-Κριτικά», Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1958, Σελ. 206). Μα για τον αγωνιστή Βάρναλη ήτανε συνάμα και ένα πνευματικό χρέος να μπορεί από μια μόνιμη δημοσιογραφική σκοπιά να χτυπάει, με την γνώριμη μαχητικότητά του, την εκμετάλλευση των ασθενέστερων, την κοινωνική ανισότητα και να προβάλλει τις ανθρωπιστικές ιδέες του. …
Θα μπορούσε ίσως ν” αναρωτηθεί κανείς: η δημοσιογραφία και ειδικότερα το χρονογράφημα είναι είδος λογοτεχνικό που προσιδιάζει στην ιδιοσυγκρασία ενός Ποιητή, καθώς ο Βάρναλης, ή μοιάζει κάτι παράταιρο και ασυμβίβαστο, κάτι επαχθές, κι έξω από την ψυχολογία του, που το αποδέχεται κάποια στιγμή και το επωμίζεται εξ ανάγκης; Πιστεύω αδίσταχτα ότι για την εκρηκτική ιδιοσυστασία του Βάρναλη, σαν κοινωνικού μαχητή συγγραφέα, η χρονογραφική στήλη μοιάζει έπαλξη που προσαρμόζεται απόλυτα στον αγωνιστικό χαρακτήρα του».
Και μερικά απ” όσα έχει γράψει για τον δημοσιογράφο Κώστα Βάρναλη ο άξιος πνευματικός άνθρωπος – και συνυποψήφιός μου με την «Δημοκρατική Συνεργασία στις Δημοτικές Εκλογές της 30ης Μαρτίου 1975 για τον Δήμο Αθηναίων – Απόστολος Μαγγανάρης, έχουν την θέση τους στο σημείο αυτό:
«Για την επαγγελματική δημοσιογραφία ο Βάρναλης στάθηκε ένας συνεπής εργάτης. Από την πρώτη του επαφή μ” αυτήν κατάλαβε ότι έπαιρνε στα χέρια του ένα δυνατό όπλο και αποκτούσε μια γερή έπαλξη αγώνα για να υπερασπίσει τον λαό και τα δίκαιά του. Κι ανάδειξε πραγματικά το χρονογράφημά του σε καθημερινή κονταρομαχία με τους εχθρούς της προόδου, με την αδικία και την βία, με το ψέμα και την απάτη, με την καθυστέρηση και την αντίδραση. Τα κείμενά του από τις στήλες των εφημερίδων στις οποίες κατά καιρούς δούλεψε αποτελούν ταυτόχρονα κειμήλια Νεοελληνικού γραπτού λόγου, όχι μόνον σαν περιεχόμενο, αλλά επίσης σαν μορφή και σαν γλώσσα. Νέοι συνάδελφοι ωρίμασαν μαθητεύοντας σ” αυτά και ασφαλώς για πολλά ακόμα χρόνια θα είναι αντικείμενα μελέτης και πηγή έμπνευσης για τους πρωτόβγαλτους του επαγγέλματος» (βλ. Απόστολος Μαγγανάρης, «Ο δημοσιογράφος Βάρναλης», Νεοελληνικός Λόγος ’75-’76, Εκδόσεις Κέδρος Αθήνα 1977).
Το γραφτό του Τάσου Ζάππα, απ” όπου άντλησα όσα τρεις μέρες τώρα καταχώρησα στον «Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας», έχει δημοσιευθεί και αυτό στον Νεοελληνικό Λόγο ’75-’76 με τίτλο «Ο Βάρναλης μέσ” απ” τα χρονογραφήματά του».
«Στην δημοσιογραφία αυτή, που την τίμησε και
τιμήθηκε απ” αυτήν, ο Βάρναλης δούλεψε με αίσθημα ευθύνης, με εντιμότητα, με εκείνο το αλιγόστευτο πάθος για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Ο ίδιος τα φανερώνει τούτα με το ακόλουθο γράμμα που έστειλε το 1966 στην Ένωση Συντακτών (Αθηναϊκού Τύπου) όταν του απένειμε το Χρυσό Εύσημο Δημοσιογραφίας (βλ. Εφημ. «Το Βήμα», 16 Δεκεμβρίου 1974, γράμμα του Βάρναλη σταλμένο στην Ένωση Συνακτών, που μνημονεύει ο Γ. Καράντζας:
«Σας ευχαριστώ για την τιμητική διάκριση που μου απονείματε απόψε. Περηφανεύομαι γι” αυτό, αλλά πολύ περισσότερο που στα ωριμώτερα χρόνια της ζωής μου εθήτεψα στην Δημοσιογραφία ως μέλος της Ενώσεως Συντακτών.
Με την ευκαιρία αυτή μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως σε όλη μου την ζωή, του δασκάλου, του λογοτέχνη και του δημοσιογράφου ποτέ ούτε έκανα ούτε έγραψα τίποτα παρά την συνείδησή μου και εναντίον του λαού, εναντίον της Ελευθερίας και των ελευθεριών του».
Από το γραφτό του Τάσου Ζάππα για την δημοσιογραφική εργασία του Βάρναλη αποσπώ και τα παρακάτω, διαπιστωτικά μαζί και παροτρυντικά:
«Όμως μέσα σ” αυτούς τους τρεις τόμους (των Απάντων του) δεν μπορεί να λεχθεί ότι κλείνεται η σύνολη πνευματική προσφορά του, γιατί ο πολυγραφότατος Βάρναλης … έχει απλώσει την ανήσυχη σκέψη του, με την πάντα ακατάβλητη ζωτικότητά του, σε πλήθος έντυπα (εγκυκλοπαίδειες, λεξικά, περιοδικά, εφημερίδες). Και θα πρέπει, όσο είναι καιρός, να μαζωχτεί όλο αυτό το διάσπαρτο υλικό, (κι όχι μόνον αυτό που έγραψε αυτός, μα κι” εκείνο που γράψανε οι άλλοι γι” αυτόν), για να παραδοθεί στις γενιές που θα “ρθουν, αν όχι σε τόμους, που θα “τανε το σωστό … σαν συνέχεια των τριών τόμων των Απάντων που έχουμε, τουλάχιστον σαν μια ολοκληρωμένη κατά το δυνατόν και αναλυτική βιβλιογραφία. Έτσι που να γίνεται κατορθωτή η διερεύνηση και η μελέτη του όλου έργου του από αυτούς που θα θελήσουνε να εγκύψουν σ” αυτό.
Εύχεται κανείς να ολοκληρωθεί η εργασία που έχει αναλάβει το Γραμματολογικό Κέντρο (του Νέου Ελληνισμού) για την οποία μιλάει ο Γ. Βαλέτας («Νέα Εστία», Τεύχος 1163) και να καρποφορήσει ο πανελλήνιος διαγωνισμός που αποφάσισε στις 19 Δεκεμβρίου 1974 να προκηρύξει η Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την σύνταξη της βιβλιογραφίας Βάρναλη (βλ. Γ.Π. Σαββίδης, «Ένας δάσκαλος βαρβάτος», Εφημ. «Το Βήμα», 28 Δεκεμβρίου 1974), έτσι που να καλυφθεί το αισθητό, στο σημείο αυτό, κενό».
Από το ίδιο γραφτό του Τάσου Ζάππα και τα ακόλουθα, ενισχυτικά κι αυτά της απόψεώς μου ότι ο Κώστας Βάρναλης ήταν αληθινός ηγέτης του λαού – πνευματικός, κοινωνικός, πολιτικός ηγέτης – που χρησιμοποίησε σαν ταμπούρι της προσπάθειάς του, του αγώνα του, και την δημοσιογραφική έπαλξη.
«Ήτανε, βέβαια, ανάγκη βιοποριστική πρώτιστα που έσπρωξε τον Βάρναλη, πέρ” από την ποιητική δημιουργία, ν” ασχοληθεί με το καθημερινό τούτο είδος γραφής (το χρονογράφημα δηλαδή), το αναντίρρητα πολύ κουραστικό, που και ο ίδιος τ” ομολογεί όταν, μιλώντας για τον Κονδυλάκη, γράφει ότι «τον ξεζούμισε η καθημερινή ρουτινα της βιοποριστικής δουλειάς» (βλ. Κώστα Βάρναλη, «Απαντα Τόμος Γ” Αισθητικά-Κριτικά», Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1958, Σελ. 206). Μα για τον αγωνιστή Βάρναλη ήτανε συνάμα και ένα πνευματικό χρέος να μπορεί από μια μόνιμη δημοσιογραφική σκοπιά να χτυπάει, με την γνώριμη μαχητικότητά του, την εκμετάλλευση των ασθενέστερων, την κοινωνική ανισότητα και να προβάλλει τις ανθρωπιστικές ιδέες του. …
Θα μπορούσε ίσως ν” αναρωτηθεί κανείς: η δημοσιογραφία και ειδικότερα το χρονογράφημα είναι είδος λογοτεχνικό που προσιδιάζει στην ιδιοσυγκρασία ενός Ποιητή, καθώς ο Βάρναλης, ή μοιάζει κάτι παράταιρο και ασυμβίβαστο, κάτι επαχθές, κι έξω από την ψυχολογία του, που το αποδέχεται κάποια στιγμή και το επωμίζεται εξ ανάγκης; Πιστεύω αδίσταχτα ότι για την εκρηκτική ιδιοσυστασία του Βάρναλη, σαν κοινωνικού μαχητή συγγραφέα, η χρονογραφική στήλη μοιάζει έπαλξη που προσαρμόζεται απόλυτα στον αγωνιστικό χαρακτήρα του».
Και μερικά απ” όσα έχει γράψει για τον δημοσιογράφο Κώστα Βάρναλη ο άξιος πνευματικός άνθρωπος – και συνυποψήφιός μου με την «Δημοκρατική Συνεργασία στις Δημοτικές Εκλογές της 30ης Μαρτίου 1975 για τον Δήμο Αθηναίων – Απόστολος Μαγγανάρης, έχουν την θέση τους στο σημείο αυτό:
«Για την επαγγελματική δημοσιογραφία ο Βάρναλης στάθηκε ένας συνεπής εργάτης. Από την πρώτη του επαφή μ” αυτήν κατάλαβε ότι έπαιρνε στα χέρια του ένα δυνατό όπλο και αποκτούσε μια γερή έπαλξη αγώνα για να υπερασπίσει τον λαό και τα δίκαιά του. Κι ανάδειξε πραγματικά το χρονογράφημά του σε καθημερινή κονταρομαχία με τους εχθρούς της προόδου, με την αδικία και την βία, με το ψέμα και την απάτη, με την καθυστέρηση και την αντίδραση. Τα κείμενά του από τις στήλες των εφημερίδων στις οποίες κατά καιρούς δούλεψε αποτελούν ταυτόχρονα κειμήλια Νεοελληνικού γραπτού λόγου, όχι μόνον σαν περιεχόμενο, αλλά επίσης σαν μορφή και σαν γλώσσα. Νέοι συνάδελφοι ωρίμασαν μαθητεύοντας σ” αυτά και ασφαλώς για πολλά ακόμα χρόνια θα είναι αντικείμενα μελέτης και πηγή έμπνευσης για τους πρωτόβγαλτους του επαγγέλματος» (βλ. Απόστολος Μαγγανάρης, «Ο δημοσιογράφος Βάρναλης», Νεοελληνικός Λόγος ’75-’76, Εκδόσεις Κέδρος Αθήνα 1977).
Το γραφτό του Τάσου Ζάππα, απ” όπου άντλησα όσα τρεις μέρες τώρα καταχώρησα στον «Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας», έχει δημοσιευθεί και αυτό στον Νεοελληνικό Λόγο ’75-’76 με τίτλο «Ο Βάρναλης μέσ” απ” τα χρονογραφήματά του».
Κώστας Π. Παντελόγλου
Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013
Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου