5/11/2008
Με την
Σ.τ.Ε. 1847/2008 (Ολομ.)
ακυρώθηκε η κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.), Πολιτισμού και Γεωργίας, με την
οποία
εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για το έργο "Ανέγερση νέου σταδίου και
πολυλειτουργικού
κέντρου ΑΕΚ" σε χώρο του Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας
Μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο Ε ́ Τμήμα του
Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την οποία,
ο εισηγητής της υποθέσεως εισηγήθηκε την ακύρωση των
προσβαλλομένων πράξεων, προεχόντως διότι οι διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 3044/2002, κατ ́
επίκληση και των οποίων είχαν αυτές εκδοθεί, ευρίσκονται σε αντίθεση με τις διατάξεις των
άρθρων 4 και 24 του Συντάγματος και ενώ η
υπόθεση ήταν πλέον υπό διάσκεψη, κατατέθηκε στην Βουλή
των Ελλήνων από τους Υπουργούς
ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Πολιτισμού και Γεωργίας τροπολογία -
προσθήκη σε σχέδιο νόμου που απετέλεσε,
ακολούθως, την ρύθμιση του άρθρου 11 του ν. 3207/2003, ο
οποίος ψηφίσθηκε από την Βουλή των
Ελλήνων στις 17.12.2003 και δημοσιεύθηκε στην Ε.τ.Κ.
στις 24.12.2003. Όπως δε προκύπτει από
το περιεχόμενό τους, οι εισαγόμενες με το πιο πάνω άρθρο
11 του νέου νόμου 3207/2003 ρυθμίσεις
δεν αφίστανται ουσιωδώς των ρυθμίσεων του άρθρου 19 του
ν. 3044/2002, επιτρέπουν δε, σε
συνδυασμό με τις τελευταίες, την κατασκευή και
ολοκλήρωση του έργου του νέου σταδίου και
πολυλειτουργικού κέντρου του σωματείου Αθλητική Ένωση
Κωνσταντινουπόλεως (Α.Ε.Κ.).
Καθίσταται δηλαδή με την ψήφιση του νόμου εφικτή η
κατασκευή του ίδιου ουσιαστικά έργου και
καταργούνται από τότε που ίσχυσαν οι προσβαλλόμενες με
την υπό κρίση αίτηση πράξεις, όλες δε
οι απαιτούμενες για την ολοκλήρωση του έργου άδειες
χορηγούνται ευθέως από τον νόμο (μη
προβλεπομένης πλέον της εκδόσεως οιασδήποτε διοικητικής
πράξεως). Με τα δεδομένα αυτά, η
νεότερη ρύθμιση συνιστά επέμβαση στην εκκρεμή δίκη, στην
οποία, άλλωστε, απέβλεψε
προεχόντως ο νομοθέτης, όπως προκύπτει από τα
προπαρασκευαστικά στοιχεία του νόμου αυτού.
Τούτο δε διότι με τον τρόπο αυτόν, με την μονομερή
δηλαδή πράξη ενός μέρους της ενδίκου
διαφοράς (του Ελληνικού Δημοσίου μέσω της νομοθετικής
λειτουργίας) επιλύεται η διαφορά αυτή
και στερείται αντικειμένου η εκκρεμής αίτηση ακυρώσεως,
ενώ δεν καταλείπεται πλέον στους
πολίτες δυνατότητα παροχής εννόμου προστασίας,
ισοδυνάμου προς εκείνη που παρέχεται με το
ένδικο βοήθημα της αιτήσεως ακυρώσεως. Με το περιεχόμενο
αυτό οι διατάξεις του άρθρου 11 του
ν. 3207/2003 ευρίσκονται σε αντίθεση προς το Σύνταγμα,
ως αντιβαίνουσες, ειδικότερα, στην αρχή
της διακρίσεως των λειτουργιών (άρθρο 26), στην διάταξη
που κατοχυρώνει το ένδικο μέσο της
αιτήσεως ακυρώσεως (άρθρο 95) και, κατά συνέπεια, ως
θίγουσες το δικαίωμα παροχής εννόμου
προστασίας (άρθρο 20 παρ. 1). Η δε ρύθμιση του άρθρου 11
του ν. 3207/2003 δεν επηρεάζει την
παρούσα δίκη, η οποία, ως εκ τούτου, διατηρεί το
αντικείμενό της. Από τις διατάξεις του άρθρου 19
του ν. 3044/2002 προκύπτει ότι η επιλογή του
συγκεκριμένου χώρου του Δήμου Νέας
Φιλαδέλφειας, όπου θα κατασκευασθεί το νέο αθλητικό και
πολυλειτουργικό κέντρο της Α.Ε.Κ. (ο
οποίος καταλαμβάνει μάλιστα και μέρος του παρακειμένου
άλσους), γίνεται από τον νομοθέτη
κατά τρόπο οριστικό και, επομένως, δεσμευτικό για την
Διοίκηση, ώστε να μην καταλείπεται πλέον
σ ́ αυτήν στάδιο αναζητήσεως εναλλακτικών λύσεων, ως
προς τον χώρο κατασκευής του εν λόγω
έργου, καθώς και ως προς τον τρόπο κατασκευής του και
τις προβλεπόμενες χρήσεις. Περαιτέρω,
με τις ίδιες διατάξεις επιχειρείται στον προαναφερθέντα
χώρο ειδικός σχεδιασμός και ορισμός όρων
δομήσεως συνθέτου κτιριακού συγκροτήματος, το οποίο
περιλαμβάνει αθλητικές εγκαταστάσεις,
υποστηρικτικούς χώρους, εμπορικά καταστήματα, χώρους
σταθμεύσεως κ.λπ. Επιχειρείται δηλαδή
ο σχεδιασμός ενός έργου, το οποίο, ενόψει της φύσεως και
του μεγέθους του, αλλά και των
προβλεπομένων χρήσεων των χώρων του (αθλητικών,
εμπορικών και άλλων), έχει σοβαρές
επιπτώσεις στο οικιστικό περιβάλλον και στην ποιότητα
της ζωής όχι μόνον των κατοίκων της
περιοχής και του Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας, αλλά και,
γενικότερα, των κατοίκων της πόλεως των
Αθηνών (μειοψ). Από τις διατάξεις των άρθρων 4, 24, 26
και 28 του Συντάγματος συνάγεται ότι δεν
αποκλείεται μεν η, κατ ́ απόκλιση από την συνήθη
διοικητική διαδικασία που προβλέπεται από την
κείμενη νομοθεσία, θέσπιση με τυπικό νόμο ατομικών
ρυθμίσεων χωροταξικού και πολεοδομικού
σχεδιασμού, υπό την προϋπόθεση όμως ότι με τις ρυθμίσεις
αυτές δεν θίγονται ατομικά δικαιώματα
κοινοτικού δικαίου. Δεδομένου ότι πρόκειται, πάντως, για
απόκλιση από την αρχή της διακρίσεως
των λειτουργιών, η θέσπιση ατομικών ρυθμίσεων
χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού με
τυπικό νόμο είναι δυνατή μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις
και, επομένως, οι λόγοι που επιβάλλουν
την ανωτέρω απόκλιση και οι οποίοι ανάγονται όχι στη
διαδικασία ψηφίσεως του νόμου, αλλά στις
προϋποθέσεις ασκήσεως της νομοθετικής λειτουργίας πρέπει
να προκύπτουν από τις
προπαρασκευαστικές εργασίες του νόμου. Ο έλεγχος δε της
απαιτούμενης από το Σύνταγμα
συνδρομής των προϋποθέσεων αυτών υπόκειται στον οριακό
έλεγχο του δικαστή (μειοψ). Από τις
προπαρασκευαστικές εργασίες της διάταξης του άρθρου 19
του ν. 3044/2002 δεν προκύπτουν οι
εξαιρετικοί εκείνοι λόγοι που θα δικαιολογούσαν την
προσφυγή στην διαδικασία του τυπικού
νόμου για την θέσπιση της επίμαχης εντοπισμένης
πολεοδομικής ρυθμίσεως, η οποία, συνισταμένη
στην τροποποίηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου
και την επιλογή του συγκεκριμένου
χώρου του Δήμου Νέας Φιλαδελφείας για την κατασκευή του
επίδικου νέου αθλητικού και
πολυλειτουργικού κέντρου της ΑΕΚ αποτελεί ατομική
ρύθμιση (πρβλ. ΣτΕ 2281/1992, 55/1993,
412/1993 Ολ.), που συνιστά και την βάση για τις λοιπές
ρυθμίσεις του νόμου (καθορισμός χρήσεων
γης, όρων δομήσεως κ.λ.π.). Τούτο δε ενόψει και του
γεγονότος ότι τα αναφερόμενα στην
αιτιολογική έκθεση δεν συνδυάζονται, πάντως, με επίκληση
λόγων επείγοντος και ανάγκης
επισπεύσεως των σχετικών διαδικασιών, ή με άλλους λόγους
εκτάκτου ανάγκης. Ενόψει των
ανωτέρω, εφόσον δηλαδή ουδόλως αιτιολογείται η προσφυγή
στην διαδικασία του τυπικού νόμου
για την θέσπιση της επίμαχης πολεοδομικής ρυθμίσεως, οι
διατάξεις του άρθρου 19 του ν.
3044/2002, κατ’ επίκληση των οποίων έχουν εκδοθεί οι
προσβαλλόμενες πράξεις, ευρίσκονται σε
αντίθεση με τα άρθρα 4, 24 και 26 του Συντάγματος και,
επομένως, για τον λόγο αυτό, οι πράξεις
αυτές πρέπει ν’ ακυρωθούν (μειοψ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου